τετραχοίνικος: Difference between revisions

From LSJ

μήτε δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement until you have heard a speech on both sides

Source
(6_16)
(41)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετρᾰχοίνῐκος''': -ον, = τῷ ἑπομ., Διοσκ. 1. 39, Εὐστ. 1854. 12, Α. Β. 342, κλπ.
|lstext='''τετρᾰχοίνῐκος''': -ον, = τῷ ἑπομ., Διοσκ. 1. 39, Εὐστ. 1854. 12, Α. Β. 342, κλπ.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που περιλαμβάνει [[τέσσερεις]] χοίνικες («[[μέτρον]] τετραχοίνικον», πάπ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>χοίνικος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χοῖνιξ]], -<i>οίνικος</i>), <b>πρβλ.</b> <i>πεντα</i>-<i>χοίνικος</i>].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰχοίνῐκος Medium diacritics: τετραχοίνικος Low diacritics: τετραχοίνικος Capitals: ΤΕΤΡΑΧΟΙΝΙΚΟΣ
Transliteration A: tetrachoínikos Transliteration B: tetrachoinikos Transliteration C: tetrachoinikos Beta Code: tetraxoi/nikos

English (LSJ)

ον,

   A holding four χοίνικες, μέτρον POxy.836 (i B.C.), cf. Dsc.1.33, PFlor.19.11 (iii A.D.), Eust.1854.12, AB342, etc.

German (Pape)

[Seite 1100] = τετραχοῖνιξ; Schol. Ar. Nub. 639; Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

τετρᾰχοίνῐκος: -ον, = τῷ ἑπομ., Διοσκ. 1. 39, Εὐστ. 1854. 12, Α. Β. 342, κλπ.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που περιλαμβάνει τέσσερεις χοίνικες («μέτρον τετραχοίνικον», πάπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -χοίνικος (< χοῖνιξ, -οίνικος), πρβλ. πεντα-χοίνικος].