τοξόδαμνος: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr

Menander, Monostichoi, 228
(Bailly1_5)
(41)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><i>c.</i> [[τοξοδάμας]].
|btext=ος, ον :<br /><i>c.</i> [[τοξοδάμας]].
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που δαμάζει με το [[τόξο]] («[[τοξόδαμνος]] [[Ἄρτεμις]]», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[τοξόδαμνος]] [[Ἄρης]]» — [[πόλεμος]] που διεξάγεται από δεινούς τοξότες (<b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τόξον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δαμνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δάμνημι]] «[[δαμάζω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>πρωτό</i>-<i>δαμνος</i>].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τοξόδαμνος Medium diacritics: τοξόδαμνος Low diacritics: τοξόδαμνος Capitals: ΤΟΞΟΔΑΜΝΟΣ
Transliteration A: toxódamnos Transliteration B: toxodamnos Transliteration C: toksodamnos Beta Code: toco/damnos

English (LSJ)

ον,

   A subduing with the bow, τ. Ἄρης the war of archers, i.e. the Persians (cf. τόξον 1.1), ib. 86 (lyr.); Ἄρτεμις E.Hipp.1451, cf. Diph.30, Lyc. 1331.

German (Pape)

[Seite 1128] bogengewaltig, den Bogen beherrschend, Ἄρης, Aesch. Pers. 86; oder mit dem Bogen überwältigend, tödtend, Artemis, Eur. Hipp. 1451; Diphil. bei Ath. VI, 223 a; Lycophr. 1331.

Greek (Liddell-Scott)

τοξόδαμνος: -ον, ὁ διὰ τοῦ τόξου δαμάζων, τ. Ἄρης, ὁ πόλεμος τῶν τοξοτῶν, δηλ. τῶν Περσῶν (πρβλ. τόξον Ι). Αἰσχύλ. Πέρσ. 86· Ἄρτεμις Εὐρ. Ἱππ. 1451· τοξόδαμνε παρθένε Δίφιλος ἐν «Ἐλενηφοροῦσιν» 1. 3.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
c. τοξοδάμας.

Greek Monolingual

-ον, Α
1. αυτός που δαμάζει με το τόξοτοξόδαμνος Ἄρτεμις», Ευρ.)
2. φρ. «τοξόδαμνος Ἄρης» — πόλεμος που διεξάγεται από δεινούς τοξότες (Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόξον + -δαμνος (< δάμνημι «δαμάζω»), πρβλ. πρωτό-δαμνος].