αιματοκρίτης: Difference between revisions

From LSJ

εἰ πλείονα δ' εἰδείης Σισύφου → if you were more intelligent than Sisyphus

Source
(1)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο <b>Ιατρ.</b><br />η εκατοστιαία [[αναλογία]] του όγκου τών ερυθρών αιμοσφαιρίων (για την [[ακρίβεια]] όλων τών έμμορφων στοιχείων) στο ολικό [[αίμα]], ανερχόμενη σε 40 έως 50% στους άντρες και σε 37 έως 45% στις γυναίκες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> [[αίμα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> [[κριτής]], <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>hematocrit</i>].
|mltxt=ο <b>Ιατρ.</b><br />η εκατοστιαία [[αναλογία]] του όγκου τών ερυθρών αιμοσφαιρίων (για την [[ακρίβεια]] όλων τών έμμορφων στοιχείων) στο ολικό [[αίμα]], ανερχόμενη σε 40 έως 50% στους άντρες και σε 37 έως 45% στις γυναίκες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> [[αίμα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> [[κριτής]], πρβλ. αγγλ. <i>hematocrit</i>].
}}
}}

Revision as of 10:10, 23 December 2018

Greek Monolingual

ο Ιατρ.
η εκατοστιαία αναλογία του όγκου τών ερυθρών αιμοσφαιρίων (για την ακρίβεια όλων τών έμμορφων στοιχείων) στο ολικό αίμα, ανερχόμενη σε 40 έως 50% στους άντρες και σε 37 έως 45% στις γυναίκες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < αίμα, -ατος + κριτής, πρβλ. αγγλ. hematocrit].