αὐτόξυλος: Difference between revisions
From LSJ
Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art
(7) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[αὐτόξυλος]], -ον (Α)<br />κατασκευασμένος από ακατέργαστο [[ξύλο]]. | |mltxt=[[αὐτόξυλος]], -ον (Α)<br />κατασκευασμένος από ακατέργαστο [[ξύλο]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''αὐτόξῠλος:''' -ον ([[ξύλον]]), αυτός που προέρχεται από απλό (ακατέργαστο) [[ξύλο]], σε Σοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:32, 30 December 2018
English (LSJ)
ον,
A of one piece of wood, ἔκπωμα S.Ph.35, cf. APl.4.235 (Apollonid.), Str.11.4.3.
Greek (Liddell-Scott)
αὐτόξυλος: -ον, ἐξ ἁπλοῦ ἀκατεργάστου ξύλου, ἔκπτωμα Σοφ. Φ. 35, πρβλ. Ἀνθ. Πλαν. 4. 235, Στράβ. 502.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
fait simplement en bois.
Étymologie: αὐτός, ξύλον.
Spanish (DGE)
-ον que es todo de madera, ἔκπωμα S.Ph.35.
Greek Monolingual
αὐτόξυλος, -ον (Α)
κατασκευασμένος από ακατέργαστο ξύλο.
Greek Monotonic
αὐτόξῠλος: -ον (ξύλον), αυτός που προέρχεται από απλό (ακατέργαστο) ξύλο, σε Σοφ.