συναριστεύω: Difference between revisions
From LSJ
Δούλου γὰρ οὐδὲν χεῖρον οὐδὲ τοῦ καλοῦ → Res nulla servo peior est, etiam bono → Ein Sklave ist das schlechteste, selbst wenn er gut
(39) |
(6) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ΜΑ [[ἀριστεύω]]<br />[[αριστεύω]] [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με κάποιον [[άλλο]]. | |mltxt=ΜΑ [[ἀριστεύω]]<br />[[αριστεύω]] [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με κάποιον [[άλλο]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''συνᾰριστεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[επιτελώ]] γενναίες πράξεις, [[ανδραγαθώ]] από κοινού με, σε Ευρ. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:56, 30 December 2018
English (LSJ)
A do brave deeds together, ἅμα τινί E.Tr.804 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 1004] mit od. zugleich brav od. tapfer sein, ἅμα τινί, Eur. Troad. 803.
Greek (Liddell-Scott)
συνᾰριστεύω: ἀριστεύω σύν τινι, ἅμα τινὶ Εὐρ. Τρῳ. 803.
French (Bailly abrégé)
rivaliser de bravoure avec, τινι.
Étymologie: σύν, ἀριστεύω.
Greek Monolingual
ΜΑ ἀριστεύω
αριστεύω μαζί ή ταυτόχρονα με κάποιον άλλο.
Greek Monolingual
ΜΑ ἀριστεύω
αριστεύω μαζί ή ταυτόχρονα με κάποιον άλλο.
Greek Monotonic
συνᾰριστεύω: μέλ. -σω, επιτελώ γενναίες πράξεις, ανδραγαθώ από κοινού με, σε Ευρ.