οἰήϊον: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόνwhat is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful

Source
(28)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[οἰήϊον]], τὸ (Α)<br />(<b>επικ. τ.</b>) [[οἴαξ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οἴαξ]] «[[τιμόνι]], [[πηδάλιο]]», τ. σχηματισμένος [[προς]] [[εξυπηρέτηση]] μετρικών αναγκών [[κατά]] τα [[λαισήϊον]], [[ξεινήϊον]]. Ο τ. απαντά στον Όμηρο].
|mltxt=[[οἰήϊον]], τὸ (Α)<br />(<b>επικ. τ.</b>) [[οἴαξ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οἴαξ]] «[[τιμόνι]], [[πηδάλιο]]», τ. σχηματισμένος [[προς]] [[εξυπηρέτηση]] μετρικών αναγκών [[κατά]] τα [[λαισήϊον]], [[ξεινήϊον]]. Ο τ. απαντά στον Όμηρο].
}}
{{lsm
|lsmtext='''οἰήϊον:''' τό, Επικ. αντί [[οἴηξ]], [[οἴαξ]], [[πηδάλιο]], [[τιμόνι]], σε Όμηρ.
}}
}}

Revision as of 20:00, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰήϊον Medium diacritics: οἰήϊον Low diacritics: οιήϊον Capitals: ΟΙΗΪΟΝ
Transliteration A: oiḗïon Transliteration B: oiēion Transliteration C: oiiion Beta Code: oi)h/i+on

English (LSJ)

τό, Ep. for οἴηξ, οἴαξ,

   A rudder, helm, Od.9.483 : pl., 12.218, Il.19.43.

Greek (Liddell-Scott)

οἰήϊον: τό, Ἐπικ. ἀντὶ οἴηξ, οἴαξ, Ὀδ. Ι. 483˙ ἐν τῷ πληθ., Μ. 218, Ἰλ. Τ. 43.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
gouvernail.
Étymologie: cf. οἴαξ.

Greek Monolingual

οἰήϊον, τὸ (Α)
(επικ. τ.) οἴαξ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἴαξ «τιμόνι, πηδάλιο», τ. σχηματισμένος προς εξυπηρέτηση μετρικών αναγκών κατά τα λαισήϊον, ξεινήϊον. Ο τ. απαντά στον Όμηρο].

Greek Monotonic

οἰήϊον: τό, Επικ. αντί οἴηξ, οἴαξ, πηδάλιο, τιμόνι, σε Όμηρ.