Ὀλυμπικός: Difference between revisions

From LSJ

Ψεύδει γὰρ ἡ ‘πίνοια τὴν γνώμην → A second thought proves one's first thought false

Sophocles, Antigone, 389
(Bailly1_4)
(5)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />d’Olympie.<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλυμπία]].
|btext=ή, όν :<br />d’Olympie.<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλυμπία]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Ὀλυμπικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> αναφερόμενο στην [[Ολυμπία]], ὁ Ὀλυμπικὸς [[ἀγών]], οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 20:20, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ὀλυμπικός Medium diacritics: Ὀλυμπικός Low diacritics: Ολυμπικός Capitals: ΟΛΥΜΠΙΚΟΣ
Transliteration A: Olympikós Transliteration B: Olympikos Transliteration C: Olympikos Beta Code: *)olumpiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of Olympus, ἐσβολή Hdt.7.172 ; ὑπώρεια Plu.Aem.13.    2 of Olympia, Olympic, ὁ Ὀ. ἀγών the Olympic games, Th.1.6, Ar.Pl.583 ; ὁ Ὀ. λόγος title of work by Gorgias (Fr. 7) : -κός, ὁ, name of a month in Elis, Inscr.Olymp.8.

Greek (Liddell-Scott)

Ὀλυμπικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Ὄλυμπον, ἐσβολή, Ἡρόδ. 7. 172. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὰ Ὀλύμπια, ὁ Ὀλ. ἀγών, οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες, Ἀριστοφ. Πλ. 583.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
d’Olympie.
Étymologie: Ὀλυμπία.

Greek Monotonic

Ὀλυμπικός: -ή, -όν,
1. αυτός που ανήκει σε ή προέρχεται από τον Όλυμπο, σε Ηρόδ.
2. αναφερόμενο στην Ολυμπία, ὁ Ὀλυμπικὸς ἀγών, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, σε Αριστοφ.