μιλτεῖον: Difference between revisions
From LSJ
Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich
(25) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=μιλτεῑον, τὸ (Α) [[μίλτος]]<br />[[αγγείο]] κατάλληλο για [[φύλαξη]] μίλτου. | |mltxt=μιλτεῑον, τὸ (Α) [[μίλτος]]<br />[[αγγείο]] κατάλληλο για [[φύλαξη]] μίλτου. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μιλτεῖον:''' τό, [[δοχείο]] για [[διατήρηση]] της ορυκτής βαφικής ουσίας που ονομάζεται [[μίλτος]], σε Ανθ. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:34, 30 December 2018
English (LSJ)
τό,
A vessel for storing μίλτος, AP6.205 (Leon.).
German (Pape)
[Seite 186] τό, Gefäß mit aufgelös'tem Mennig, Röthel, Leon. Tar. 4 (VI, 205).
Greek (Liddell-Scott)
μιλτεῖον: τό, ἀγγεῖον ἐν ᾧ ἐτίθετο μίλτος, Ἀνθ. Π. 6. 205.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
vase pour le minium ou le vermillon.
Étymologie: μίλτος.
Greek Monolingual
μιλτεῑον, τὸ (Α) μίλτος
αγγείο κατάλληλο για φύλαξη μίλτου.
Greek Monotonic
μιλτεῖον: τό, δοχείο για διατήρηση της ορυκτής βαφικής ουσίας που ονομάζεται μίλτος, σε Ανθ.