πολίχνη: Difference between revisions
Αὐθαίρετος λύπη 'στὶν ἡ τέκνων σπορά → Procreation is a self-chosen suffering → Spontalis est miseria satio liberûm → Die Kinderzeugung ist ein selbstgewähltes Leid
(33) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΑ<br />μικρή [[πόλη]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως κύριο όν.</b> <i>ἡ Πολίχνη</i>, αττ. τ. <i>Πολίχνα</i><br />α) η [[πόλη]] της Χίου<br />β) [[πόλη]] της Ιωνίας<br />γ) [[πόλη]] στη Μεγαρίδα<br />δ) [[πόλη]] της δυτικής Κρήτης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πόλις]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ίχνη</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κυλ</i>-<i>ίχνη</i>, <i>πελ</i>-<i>ίχνη</i>)]. | |mltxt=η, ΝΑ<br />μικρή [[πόλη]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως κύριο όν.</b> <i>ἡ Πολίχνη</i>, αττ. τ. <i>Πολίχνα</i><br />α) η [[πόλη]] της Χίου<br />β) [[πόλη]] της Ιωνίας<br />γ) [[πόλη]] στη Μεγαρίδα<br />δ) [[πόλη]] της δυτικής Κρήτης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πόλις]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ίχνη</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κυλ</i>-<i>ίχνη</i>, <i>πελ</i>-<i>ίχνη</i>)]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''πολίχνη:''' ἡ ([[πόλις]]), η μικρή πόλη, σε Πλούτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:36, 30 December 2018
English (LSJ)
ἡ, Dim. of πόλις,
A fort, small town, Th.7.4, Call.Del.41. Plu. Tim.11, etc.; in earlier writers only as pr. n., Πολίχνη, Att. Πολίχνᾱ, a city in Chios, Hdt.6.26; in Ionia, Th.8.14, etc.; in the Megarid, v.l. in Il.2.557:—hence Πολιχνῖται, οἱ, inhabitants of a city in Crete, Hdt.7.170.
German (Pape)
[Seite 657] ἡ, dim. von πόλις, Städtchen; Thuc. 8, 14; Plut. Timol. 11; Callim. Del. 41.
Greek (Liddell-Scott)
πολίχνη: ἡ, (πόλις) μικρὰ πόλις, σπάνιος ὑποκορ. τύπος, Καλλ. εἰς Δῆλ. 41, Πλουτ. Τιμολ. 11, κτλ., ἀλλ’ ἀπαντᾷ παρὰ προγενεστέροις συγγραφ. ὡς κύρ. ὄν. Πολίχνη, Ἀττ. Πολίχνᾱ, πόλις ἐν Χίῳ, Ἡρόδ. 6. 26· ἐν Κρήτῃ, ὁ αὐτ. 7. 710, κτλ.· ἐν Ἰωνίᾳ, Θουκ. 8. 14· κτλ.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
petite ville.
Étymologie: πόλις.
Greek Monolingual
η, ΝΑ
μικρή πόλη
αρχ.
ως κύριο όν. ἡ Πολίχνη, αττ. τ. Πολίχνα
α) η πόλη της Χίου
β) πόλη της Ιωνίας
γ) πόλη στη Μεγαρίδα
δ) πόλη της δυτικής Κρήτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πόλις + υποκορ. κατάλ. -ίχνη (πρβλ. κυλ-ίχνη, πελ-ίχνη)].
Greek Monotonic
πολίχνη: ἡ (πόλις), η μικρή πόλη, σε Πλούτ.