ἀρτιθανής: Difference between revisions

From LSJ

κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes

Source
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀρτιθανής]], -ές (Α)<br />αυτός που πέθανε [[πριν]] λίγο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αρτι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>θανής</i> <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>θαν</i>-, <i>έθανον</i> (αόρ. β' του [[θνήσκω]]) (<b>[[πρβλ]].</b> [[αειθανής]]].
|mltxt=[[ἀρτιθανής]], -ές (Α)<br />αυτός που πέθανε [[πριν]] λίγο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αρτι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>θανής</i> <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>θαν</i>-, <i>έθανον</i> (αόρ. β' του [[θνήσκω]]) (<b>[[πρβλ]].</b> [[αειθανής]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀρτιθᾰνής:''' -ές ([[θνῄσκω]]), αυτός που [[μόλις]] πέθανε, σε Ευρ.
}}
}}

Revision as of 21:44, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρτιθᾰνής Medium diacritics: ἀρτιθανής Low diacritics: αρτιθανής Capitals: ΑΡΤΙΘΑΝΗΣ
Transliteration A: artithanḗs Transliteration B: artithanēs Transliteration C: artithanis Beta Code: a)rtiqanh/s

English (LSJ)

ές,

   A just dead, E.Alc.600 (lyr.), Men. Prot.p.89D.

German (Pape)

[Seite 362] ές, jüngst gestorben, Eur. Alc. 608.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρτιθᾰνής: -ές, ὁ πρὸ ὀλίγου ἀποθανών, Εὐρ. Ἄλκ. 600.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
mort depuis peu.
Étymologie: ἄρτι, θνῄσκω.

Spanish (DGE)

(ἀρτῐθᾰνής) -ές
recién muerto νέκυς E.Alc.600, cf. Nonn.Par.Eu.Io.11.13, Men.Prot.p.89.

Greek Monolingual

ἀρτιθανής, -ές (Α)
αυτός που πέθανε πριν λίγο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρτι- + -θανής < (θ.) θαν-, έθανον (αόρ. β' του θνήσκω) (πρβλ. αειθανής].

Greek Monotonic

ἀρτιθᾰνής: -ές (θνῄσκω), αυτός που μόλις πέθανε, σε Ευρ.