ἀτταγήν: Difference between revisions
σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν → it is hard for thee to kick against the pricks, it is hard for you to kick against the goads
(big3_7) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=v. [[ἀτταγᾶς]]. | |dgtxt=v. [[ἀτταγᾶς]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀτταγήν:''' -ῆνος, ὁ, [[πτηνό]], πιθ. είδος αγριόγαλου, Λατ. [[attagen]] [[Ionicus]], σε Οράτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:48, 30 December 2018
English (LSJ)
ῆνος, ὁ,
A = ἀτταγᾶς, Phoenicid.2.5, Arist.HA617b25, 633b1, Thphr.Fr.180.
German (Pape)
[Seite 389] ῆνος, ὁ, dasselbe, com. Ath. XIV, 652 d; Arist. H. A. 10, 36, von Atticisten verworfen.
Greek (Liddell-Scott)
ἀτταγήν: ῆνος, ὁ, πτηνὸν κατὰ τὸ φαινόμενον διάφορον τοῦ ἀτταγᾶ, πιθ. εἶδος μελεαγρίδος, tetrao orientalis, Φοινικίδης ἐν «Μισουμένῃ» 1. Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 9. 26· τάσσεται μετὰ τῶν κονιστικῶν ὀρνίθων, τῶν ὀρνίθων... ὅσοι μὲν μὴ πτητικοί, ἀλλ’ ἐπίγειοι, κονιστικοί, οἷον ἀλεκτορίς, πέρδιξ, ἀτταγήν..., φασιανὸς ὁ αὐτ. 9. 50 ἐν τέλει· attagen Ionicus, περιζήτητον λίχνευμα παρὰ Ρωμαίοις, Ὁράτ. Ἐπῳδ. 2. 54, πρβλ. Μαρτιάλιν 13. 61: ― ὑποκορ. ἀτταγηνάριον, τό, Χοιροβ. 1. 43.
French (Bailly abrégé)
ῆνος (ὁ) :
francolin (attagen Ionicus), oiseau.
Étymologie: c. ἀτταγᾶς.
Spanish (DGE)
v. ἀτταγᾶς.
Greek Monotonic
ἀτταγήν: -ῆνος, ὁ, πτηνό, πιθ. είδος αγριόγαλου, Λατ. attagen Ionicus, σε Οράτ.