ἀφθορία: Difference between revisions

From LSJ

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83
(big3_8)
(3)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[integridad]] ἐν τῇ διδασκαλίᾳ <i>Ep.Tit</i>.2.7, τοῦ κόσμου τὴν ἀφθορίαν διασαλεύει Them.<i>in Ph</i>.82.22.<br /><b class="num">2</b> [[virginidad]], [[castidad]] αἰνείσθω σοι καὶ γάμος, πρὸ γάμου δ' [[ἀφθορία]] Gr.Naz.M.37.634A.
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[integridad]] ἐν τῇ διδασκαλίᾳ <i>Ep.Tit</i>.2.7, τοῦ κόσμου τὴν ἀφθορίαν διασαλεύει Them.<i>in Ph</i>.82.22.<br /><b class="num">2</b> [[virginidad]], [[castidad]] αἰνείσθω σοι καὶ γάμος, πρὸ γάμου δ' [[ἀφθορία]] Gr.Naz.M.37.634A.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀφθορία:''' ἡ, [[αφθαρσία]], [[έλλειψη]] φθοράς, σε Καινή Διαθήκη
}}
}}

Revision as of 21:52, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀφθορία Medium diacritics: ἀφθορία Low diacritics: αφθορία Capitals: ΑΦΘΟΡΙΑ
Transliteration A: aphthoría Transliteration B: aphthoria Transliteration C: afthoria Beta Code: a)fqori/a

English (LSJ)

ἡ,

   A incorruption, prob. l. for ἀδιαφθορία in Ep.Tit.2.7, cf. Them.inPh.82.22.

German (Pape)

[Seite 410] ἡ, Unverdorbenheit, Unschuld, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀφθορία: ἡ ἔλλειψις φθορᾶς, πιθ. γραφὴ ἀντὶ τοῦ ἀδιαφθορία· ἐν τῇ πρὸς Τίτ. Ἐπιστολ. β΄, 7, Γρηγ. Νύσσ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
incorruptibilité, pureté.
Étymologie: ἄφθορος.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 integridad ἐν τῇ διδασκαλίᾳ Ep.Tit.2.7, τοῦ κόσμου τὴν ἀφθορίαν διασαλεύει Them.in Ph.82.22.
2 virginidad, castidad αἰνείσθω σοι καὶ γάμος, πρὸ γάμου δ' ἀφθορία Gr.Naz.M.37.634A.

Greek Monotonic

ἀφθορία: ἡ, αφθαρσία, έλλειψη φθοράς, σε Καινή Διαθήκη