δεκάχαλκον: Difference between revisions

From LSJ

πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει → all men naturally desire knowledge

Source
(8)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δεκάχαλκον]], το (Α)<br />[[νόμισμα]] ισοδύναμο με [[δέκα]] «[[χαλκούς]]», με [[δέκα]] χάλκινα νομίσματα, το ρωμαϊκό [[δηνάριο]].
|mltxt=[[δεκάχαλκον]], το (Α)<br />[[νόμισμα]] ισοδύναμο με [[δέκα]] «[[χαλκούς]]», με [[δέκα]] χάλκινα νομίσματα, το ρωμαϊκό [[δηνάριο]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δεκάχαλκον:''' τό, [[δηνάριο]] = [[δέκα]] <i>χαλκοῖ</i>, σε Πλούτ.
}}
}}

Revision as of 22:04, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκάχαλκον Medium diacritics: δεκάχαλκον Low diacritics: δεκάχαλκον Capitals: ΔΕΚΑΧΑΛΚΟΝ
Transliteration A: dekáchalkon Transliteration B: dekachalkon Transliteration C: dekachalkon Beta Code: deka/xalkon

English (LSJ)

τό,

   A coin worth ten χαλκοῖ, = Lat. denarius (worth ten asses), Plu.Cam.13.

German (Pape)

[Seite 543] τό, der römische Denar, aus 10 χαλκοῖ bestehend, Plut. Camill. 13.

Greek (Liddell-Scott)

δεκάχαλκον: τό, Λατ. denarius, = δέκα χαλκοῖ, Πλούτ. Καμ. 13.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
denier romain valant dix as de cuivre.
Étymologie: δέκα, χαλκός.

Spanish (DGE)

-ου, τό denario Plu.Cam.13.

Greek Monolingual

δεκάχαλκον, το (Α)
νόμισμα ισοδύναμο με δέκα «χαλκούς», με δέκα χάλκινα νομίσματα, το ρωμαϊκό δηνάριο.

Greek Monotonic

δεκάχαλκον: τό, δηνάριο = δέκα χαλκοῖ, σε Πλούτ.