δεκάχαλκον

From LSJ

Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher

Menander, Monostichoi, 250
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκάχαλκον Medium diacritics: δεκάχαλκον Low diacritics: δεκάχαλκον Capitals: ΔΕΚΑΧΑΛΚΟΝ
Transliteration A: dekáchalkon Transliteration B: dekachalkon Transliteration C: dekachalkon Beta Code: deka/xalkon

English (LSJ)

τό, coin worth ten χαλκοῖ, = Lat. denarius (worth ten asses), Plu.Cam.13.

Spanish (DGE)

-ου, τό denario Plu.Cam.13.

German (Pape)

[Seite 543] τό, der römische Denar, aus 10 χαλκοῖ bestehend, Plut. Camill. 13.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
denier romain valant dix as de cuivre.
Étymologie: δέκα, χαλκός.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δεκάχαλκον -ου, τό [δέκα, χαλκός] ‘tienbronzer’, munt met een waarde van tien bronzen munten (Lat. denarius).

Russian (Dvoretsky)

δεκάχαλκον: τό декахалк (монета в 5 χαλκοῖ, соотв. римск. денарию: τὸ δ. ἐκαλεῖτο δηνάριον Plut.).

Greek Monolingual

δεκάχαλκον, το (Α)
νόμισμα ισοδύναμο με δέκα «χαλκούς», με δέκα χάλκινα νομίσματα, το ρωμαϊκό δηνάριο.

Greek Monotonic

δεκάχαλκον: τό, δηνάριο = δέκα χαλκοῖ, σε Πλούτ.

Greek (Liddell-Scott)

δεκάχαλκον: τό, Λατ. denarius, = δέκα χαλκοῖ, Πλούτ. Καμ. 13.

Middle Liddell

the denarius, = ten χαλκοῖ, Plut.