δειπνολόχος: Difference between revisions
Ζῶμεν πρὸς αὐτὴν τὴν τύχην οἱ σώφρονες → Fortunae arbitrio nos modesti vivimus → Wir Weise leben mit dem Ziel des Glücks allein
(8) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δειπνολόχος]], -η, -ον) (Α) ο [[δειπνοθήρας]], ο [[παράσιτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δείπνον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>λοχος</i> <span style="color: red;"><</span> [[λόχος]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[νυκτιλόχος]], [[φρυνολόχος]])]. | |mltxt=[[δειπνολόχος]], -η, -ον) (Α) ο [[δειπνοθήρας]], ο [[παράσιτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δείπνον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>λοχος</i> <span style="color: red;"><</span> [[λόχος]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[νυκτιλόχος]], [[φρυνολόχος]])]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δειπνολόχος:''' -η, -ον, αυτός που επιδιώκει να προσκαλείται στο [[δείπνο]], [[παρασιτικός]], [[χαραμοφάης]], σε Ησίοδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:08, 30 December 2018
English (LSJ)
η, ον,
A laying traps, fishing for invitations to dinner, parasitic, Hes.Op.704.
German (Pape)
[Seite 540] den Gastmählern auflauernd, schmarotzend, Hes. O. 702; VLL.; Göttling δειπνολόχη.
Greek (Liddell-Scott)
δειπνολόχος: -η, -ον, ὁ παραμονεύων τὰ δεῖπνα, ἐπιδιώκων προσκλήσεις εἰς δεῖπνα, παράσιτος, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 702· πρβλ. βωμολόχος.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
qui guette un souper, parasite.
Étymologie: δεῖπνον, λόχος.
Spanish (DGE)
-η, -ον
que acecha la comida, parásito Hes.Op.704, Orac.Sib.2.258, Zonar., Sud.
Greek Monolingual
δειπνολόχος, -η, -ον) (Α) ο δειπνοθήρας, ο παράσιτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δείπνον + -λοχος < λόχος (πρβλ. νυκτιλόχος, φρυνολόχος)].
Greek Monotonic
δειπνολόχος: -η, -ον, αυτός που επιδιώκει να προσκαλείται στο δείπνο, παρασιτικός, χαραμοφάης, σε Ησίοδ.