ἐξοικήσιμος: Difference between revisions

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
(12)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐξοικήσιμος]], -ον (Α) [[εξοίκηση]]<br />[[κατοικήσιμος]].
|mltxt=[[ἐξοικήσιμος]], -ον (Α) [[εξοίκηση]]<br />[[κατοικήσιμος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐξοικήσιμος:''' -ον, [[κατοικήσιμος]], κατοικημένος, σε Σοφ.
}}
}}

Revision as of 22:44, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξοικήσιμος Medium diacritics: ἐξοικήσιμος Low diacritics: εξοικήσιμος Capitals: ΕΞΟΙΚΗΣΙΜΟΣ
Transliteration A: exoikḗsimos Transliteration B: exoikēsimos Transliteration C: eksoikisimos Beta Code: e)coikh/simos

English (LSJ)

ον,

   A habitable, inhabited, S. OC27.

German (Pape)

[Seite 885] bewohnbar, τόπος Soph. O. C. 27.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξοικήσιμος: -ον, κατοικήσιμος, Σοφ. Ο. Κ. 27.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
habitable.
Étymologie: ἐξοικέω.

Greek Monolingual

ἐξοικήσιμος, -ον (Α) εξοίκηση
κατοικήσιμος.

Greek Monotonic

ἐξοικήσιμος: -ον, κατοικήσιμος, κατοικημένος, σε Σοφ.