ἰτητέον: Difference between revisions

From LSJ

Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσοςMedicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last

Menander, Monostichoi, 268
(6_2)
(5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰτητέον''': [[ἰτέον]], Ἀριστοφ. Νεφ. 131, Δίφιλ. ἐν Α. Β. 100, 12. ἰτητικός, ή, όν, = [[ἰταμός]], ἰτητικώτατον ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, παρατολμότατος [[εἶναι]] ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 8, 10.
|lstext='''ἰτητέον''': [[ἰτέον]], Ἀριστοφ. Νεφ. 131, Δίφιλ. ἐν Α. Β. 100, 12. ἰτητικός, ή, όν, = [[ἰταμός]], ἰτητικώτατον ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, παρατολμότατος [[εἶναι]] ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 8, 10.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἰτητέον:''' = [[ἰτέον]], σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 23:32, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰτητέον Medium diacritics: ἰτητέον Low diacritics: ιτητέον Capitals: ΙΤΗΤΕΟΝ
Transliteration A: itētéon Transliteration B: itēteon Transliteration C: ititeon Beta Code: i)thte/on

English (LSJ)

   A = ἰτέον, Ar.Nu.131, Diph.31.

German (Pape)

[Seite 1274] = ἰτέον, man muß gehen, Ar. Nubb. 131 Diphil. B. A. 100.

Greek (Liddell-Scott)

ἰτητέον: ἰτέον, Ἀριστοφ. Νεφ. 131, Δίφιλ. ἐν Α. Β. 100, 12. ἰτητικός, ή, όν, = ἰταμός, ἰτητικώτατον ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, παρατολμότατος εἶναι ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 8, 10.

Greek Monotonic

ἰτητέον: = ἰτέον, σε Αριστοφ.