Κασσιτερίδες: Difference between revisions
From LSJ
τότε λαλήσει πρὸς αὐτοὺς ἐν ὀργῇ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ θυμῷ αὐτοῦ ταράξει αὐτούς → then shall he speak to them in his anger, and trouble them in his fury
(Bailly1_3) |
(5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ίδων ([[αἱ]]) :<br />les Cassitérides.<br />'''Étymologie:''' [[κασσίτερος]]. | |btext=ίδων ([[αἱ]]) :<br />les Cassitérides.<br />'''Étymologie:''' [[κασσίτερος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Κασσῐτερίδες:''' -ων, αἱ, οι [[Κασσιτερίδες]] ή τα νησιά που παράγουν κασσίτερο, σε Ηρόδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 23:36, 30 December 2018
English (LSJ)
ων, αἱ,
A the Cassiterides or tin-islands, prob. the Scilly Islands, Hdt.3.115, cf. Str.2.5.15 and 30, etc.
Greek (Liddell-Scott)
Κασσῐτερίδες: -ων, αἱ, ἤτοι αἱ παράγουσαι κασσίτερον νῆσοι, (ἴδε ἐν λ. κασσίτερος), Ἡρόδ. 3. 115· προβλ. Στράβ. 120, 129, κλ.
French (Bailly abrégé)
ίδων (αἱ) :
les Cassitérides.
Étymologie: κασσίτερος.
Greek Monotonic
Κασσῐτερίδες: -ων, αἱ, οι Κασσιτερίδες ή τα νησιά που παράγουν κασσίτερο, σε Ηρόδ.