ὑποτυπωτικός: Difference between revisions

From LSJ

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
(44)
(4b)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[ὑποτυπῶ]]<br />πολύ [[συνοπτικός]], [[περιληπτικός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ὑποτυπωτικῶς</i> Α<br />περιληπτικά, συνοπτικά.
|mltxt=-ή, -όν, Α [[ὑποτυπῶ]]<br />πολύ [[συνοπτικός]], [[περιληπτικός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ὑποτυπωτικῶς</i> Α<br />περιληπτικά, συνοπτικά.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑποτῠπωτικός:''' общий, эскизный, суммарный ([[τρόπος]] τῆς συγγραφῆς Sext.).
}}
}}

Revision as of 08:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποτυπωτικός Medium diacritics: ὑποτυπωτικός Low diacritics: υποτυπωτικός Capitals: ΥΠΟΤΥΠΩΤΙΚΟΣ
Transliteration A: hypotypōtikós Transliteration B: hypotypōtikos Transliteration C: ypotypotikos Beta Code: u(potupwtiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A by way of outline, compendious, τρόπος τῆς συγγραφῆς S.E.P.1.239. Adv. -κῶς ib.2.1.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποτῠπωτικός: -ή, -όν, ὁ ἐν εἴδει ὑποτυπώσεων, περιληπτικός, ἐπίτομος, Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 239. ― Ἐπίρρ. -κῶς, αὐτόθι 2. 1.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α ὑποτυπῶ
πολύ συνοπτικός, περιληπτικός.
επίρρ...
ὑποτυπωτικῶς Α
περιληπτικά, συνοπτικά.

Russian (Dvoretsky)

ὑποτῠπωτικός: общий, эскизный, суммарный (τρόπος τῆς συγγραφῆς Sext.).