περιτορνεύω: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source
(32)
(nl)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[περιτορεύω]] ΝΑ<br /><b>1.</b> [[τορνεύω]] [[κάτι]] [[γύρω]] [[γύρω]], [[καθιστώ]] [[κάτι]] στρογγυλό χρησιμοποιώντας τον τόρνο<br /><b>2.</b> [[φιλοτεχνώ]], [[κατασκευάζω]] προσεκτικά [[γύρω]] από [[κάτι]] («θνητὸν [[σῶμα]] αὐτῇ περιετόρνευσαν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[καθιστώ]] περίτεχνο [[κάτι]]<br /><b>4.</b> (η μτχ. παρακμ. ως επίθ.) <i>περιτετορευμένος</i>, -<i>η</i>, -<i>ο</i><br />[[περίκομψος]], [[περίτεχνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>τορ</i>(<i>ν</i>)<i>εύω</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόρνος]])].
|mltxt=και [[περιτορεύω]] ΝΑ<br /><b>1.</b> [[τορνεύω]] [[κάτι]] [[γύρω]] [[γύρω]], [[καθιστώ]] [[κάτι]] στρογγυλό χρησιμοποιώντας τον τόρνο<br /><b>2.</b> [[φιλοτεχνώ]], [[κατασκευάζω]] προσεκτικά [[γύρω]] από [[κάτι]] («θνητὸν [[σῶμα]] αὐτῇ περιετόρνευσαν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[καθιστώ]] περίτεχνο [[κάτι]]<br /><b>4.</b> (η μτχ. παρακμ. ως επίθ.) <i>περιτετορευμένος</i>, -<i>η</i>, -<i>ο</i><br />[[περίκομψος]], [[περίτεχνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>τορ</i>(<i>ν</i>)<i>εύω</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόρνος]])].
}}
{{elnl
|elnltext=περι-τορνεύω rondom... draaien:. περὶ... τὸν ἐγκέφαλον... σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην rond de hersenen fabriceerde hij een bol van bot Plat. Tim. 73e.
}}
}}

Revision as of 10:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιτορνεύω Medium diacritics: περιτορνεύω Low diacritics: περιτορνεύω Capitals: ΠΕΡΙΤΟΡΝΕΥΩ
Transliteration A: peritorneúō Transliteration B: peritorneuō Transliteration C: peritorneyo Beta Code: peritorneu/w

English (LSJ)

   A turn as in a lathe, περὶ . . τὸν ἐγκέφαλον . . σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην he framed a globe round it, Pl.Ti.73e; θνητὸν σῶμα [τῇ ψυχῇ] π. ib.69c : metaph. in Pass., to be well-turned, of style, D.H.Dem.21.

German (Pape)

[Seite 597] ringsum runden, rund drechseln, Plat. Tim. 69 c, vgl. 73 e.

Greek (Liddell-Scott)

περιτορνεύω: περί... τὸν ἐγκέφαλον… σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην, ἐσχημάτισεν ὡς διὰ τόρνου σφαῖραν ὀστεΐνην πέριξ αὐτοῦ, Πλάτ. Τίμ. 73Ε, πρβλ. 69C.

Greek Monolingual

και περιτορεύω ΝΑ
1. τορνεύω κάτι γύρω γύρω, καθιστώ κάτι στρογγυλό χρησιμοποιώντας τον τόρνο
2. φιλοτεχνώ, κατασκευάζω προσεκτικά γύρω από κάτι («θνητὸν σῶμα αὐτῇ περιετόρνευσαν», Πλάτ.)
3. καθιστώ περίτεχνο κάτι
4. (η μτχ. παρακμ. ως επίθ.) περιτετορευμένος, -η, -ο
περίκομψος, περίτεχνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + τορ(ν)εύω (< τόρνος)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περι-τορνεύω rondom... draaien:. περὶ... τὸν ἐγκέφαλον... σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην rond de hersenen fabriceerde hij een bol van bot Plat. Tim. 73e.