κρασπεδόομαι: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e
(5)
(nl)
Line 15: Line 15:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρασπεδόομαι:''' Παθ., βρίσκομαι στο όριο ή στην [[άκρη]], σε Ευρ.
|lsmtext='''κρασπεδόομαι:''' Παθ., βρίσκομαι στο όριο ή στην [[άκρη]], σε Ευρ.
}}
{{elnl
|elnltext=κρασπεδόομαι [κράσπεδον] omzoomd worden.
}}
}}

Revision as of 10:36, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρασπεδόομαι Medium diacritics: κρασπεδόομαι Low diacritics: κρασπεδόομαι Capitals: ΚΡΑΣΠΕΔΟΟΜΑΙ
Transliteration A: kraspedóomai Transliteration B: kraspedoomai Transliteration C: kraspedoomai Beta Code: kraspedo/omai

English (LSJ)

Pass.,

   A to be bordered or edged, ὄφεσι κεκρασπεδῶσθαι E.Ion1423.

Greek (Liddell-Scott)

κρασπεδόομαι: Παθ., περιβάλλομαι ὡς ὑπὸ κρασπέδου, κεκρασπέδωται δ’ ὄφεσιν αἰγίδος τρόπον Εὐρ. Ἴων 1423.

Greek Monotonic

κρασπεδόομαι: Παθ., βρίσκομαι στο όριο ή στην άκρη, σε Ευρ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κρασπεδόομαι [κράσπεδον] omzoomd worden.