Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πρόοιδα: Difference between revisions

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
(4)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{elru
{{elru
|elrutext='''πρόοιδα:''' (inf. [[προειδέναι]], part. προειδώς) заранее знать (τὴν ἀλήθειαν περί τινος Plat.): πάντων προειδότων, ὅτι δεήσει κινδυνεύειν Lys. (причем) все знали, что придется встретиться с опасностями.
|elrutext='''πρόοιδα:''' (inf. [[προειδέναι]], part. προειδώς) заранее знать (τὴν ἀλήθειαν περί τινος Plat.): πάντων προειδότων, ὅτι δεήσει κινδυνεύειν Lys. (причем) все знали, что придется встретиться с опасностями.
}}
{{elnl
|elnltext=πρόοιδα perf. met praes. bet. vooraf weten.
}}
}}

Revision as of 11:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόοιδα Medium diacritics: πρόοιδα Low diacritics: πρόοιδα Capitals: ΠΡΟΟΙΔΑ
Transliteration A: próoida Transliteration B: prooida Transliteration C: prooida Beta Code: pro/oida

English (LSJ)

inf. προειδέναι, part. προειδώς, pf. (with plpf. προῄδη, -ῄδειν, fut. προείσομαι); late aor. inf.

   A προειδῆσαι Phld.Rh.1.286 S.:—know beforehand, Hdt.1.20, 7.235, 9.41, And.2.21, Lys,16.15, etc.; περὶ τούτων τὴν ἀλήθειαν Pl.Grg.459e; τὸν θάνατον ib.523d; ὃν [καιρὸν] οὐ προῄδειν ἐσόμενον Isoc.12.127; π. ὅτι . . D.8.50; π. τίς χορηγὸς [ἔσται] Id.4.36; ἐξ οὐ προειδότος unforeseen, D.C.69.4: c. part., μὴ ἐπ' ἀγαθῷ . . κατοικισθησόμενον (sc. τὸ Πελαργικόν) Th.2.17.

Greek (Liddell-Scott)

πρόοιδα: ἀπαρ. προειδέναι, προειδώς, μετοχ. πρκμ. (μετὰ ὑπερσ. προῄδη, -ήδειν, μέλλ. προείσομαι)· πρβλ. προεῑδον. Γινώσκω ἐκ τῶν προτέρων, Ἡρόδ. 1. 20., 9. 41., 7. 235, Ἀνδοκ. 22. 5, Λυσί. 147. 18, κτλ.· τὴν ἀλήθειαν περί τινος Πλάτ. Γοργ. 459Ε· τὸν θάνατον αὐτόθι 523D· ὃν [καιρὸν] οὐ προῄδειν προεσόμενον Ἰσοκρ. 259Α· πρ. ὅτι… Δημ. 102. 10· πρ. τις χορηγὸς [ἔσται] ὁ αὐτ. 50. 13· ἐξ οὐ προειδότος ἀπροσδοκήτως, Δίων Κ. 69. 4· μετὰ μετοχ., μὴ ἐπ’ ἀγαθῷ… κατοικισθησόμενον (ἐξυπ. τὸ Πελασγικὸν) Θουκ. 2. 17.

Greek Monolingual

Α
1. γνωρίζω καλά εκ τών προτέρων (α. «ἐὰν μὴ προειδῇ περὶ τούτων τὴν ἀλήθειαν», Πλάτ.
β. «τὸν καιρὸν ὃν οὐ προῄδειν ἐσόμενον», Ισοκρ.)
2. φρ. «ἐξ οὐ προειδότος» — απροσδόκητα, απρόβλεπτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + οἶδα «γνωρίζω»].

Greek Monotonic

πρόοιδα: παρακ. (πρβλ. προεῖδον), απαρ. -ειδέναι, μτχ. -ειδώς, υπερσ. -ῄδη, -ῄδειν, μέλ. -είσομαι· γνωρίζω εκ των προτέρων, σε Ηρόδ., Αττ.

Russian (Dvoretsky)

πρόοιδα: (inf. προειδέναι, part. προειδώς) заранее знать (τὴν ἀλήθειαν περί τινος Plat.): πάντων προειδότων, ὅτι δεήσει κινδυνεύειν Lys. (причем) все знали, что придется встретиться с опасностями.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πρόοιδα perf. met praes. bet. vooraf weten.