κακάγγελος: Difference between revisions

From LSJ

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
(18)
(2b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, η (Α [[κακάγγελος]], -ον)<br />αυτός που αναγγέλλει δυσάρεστες ειδήσεις.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κακ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ἄγγελος]].
|mltxt=ο, η (Α [[κακάγγελος]], -ον)<br />αυτός που αναγγέλλει δυσάρεστες ειδήσεις.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κακ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ἄγγελος]].
}}
{{elru
|elrutext='''κᾰκάγγελος:''' возвещающий дурное, сообщающий печальные вести ([[γλῶσσα]] Aesch.).
}}
}}

Revision as of 22:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰκάγγελος Medium diacritics: κακάγγελος Low diacritics: κακάγγελος Capitals: ΚΑΚΑΓΓΕΛΟΣ
Transliteration A: kakángelos Transliteration B: kakangelos Transliteration C: kakaggelos Beta Code: kaka/ggelos

English (LSJ)

ον,

   A bringing ill tidings, γλῶσσα A.Ag.636, cf. Plu.2.241b, Ant.Lib.15.4.

German (Pape)

[Seite 1297] Schlimmes meldend, Unglücksbote; εὔφημον ἦμαρ οὐ πρέπει κακαγγέλῳ γλώσσῃ μιαίνειν Aesch. Ag. 622; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰκάγγελος: -ον, ἄγγελος κακῶν, κομιστὴς κακῶν ἀγγελιῶν, γλῶσσα Αἰσχύλ. Ἀγ. 636, πρβλ. Πλούτ. 2. 241Β, Ἀντ. Λιβερ. 15.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui annonce une mauvaise nouvelle.
Étymologie: κακός, ἄγγελος.

Greek Monolingual

ο, η (Α κακάγγελος, -ον)
αυτός που αναγγέλλει δυσάρεστες ειδήσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο)- + ἄγγελος.

Russian (Dvoretsky)

κᾰκάγγελος: возвещающий дурное, сообщающий печальные вести (γλῶσσα Aesch.).