μύχατος: Difference between revisions

From LSJ

To χάρις ὑμῖν οὕτω τίθησιν κτλ. → Thus he writes joy to you all, etc. (Cramer's Catena on 1 Thessalonians 1.1)

Source
(26)
(3)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μύχατος]], -άτη, -ον (Α)<br />(μτγν. ανώμ. υπερθ. του [[μύχιος]]) ο [[ενδότατος]], ο [[εσώτατος]], ο βαθύτατος, ο κρυμμένος πολύ [[βαθιά]] («ἔντοσθεν μυχάτοιο δόμου», Επιγρ. Δελφ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μυχός]], [[κατά]] το [[ἔσχατος]].
|mltxt=[[μύχατος]], -άτη, -ον (Α)<br />(μτγν. ανώμ. υπερθ. του [[μύχιος]]) ο [[ενδότατος]], ο [[εσώτατος]], ο βαθύτατος, ο κρυμμένος πολύ [[βαθιά]] («ἔντοσθεν μυχάτοιο δόμου», Επιγρ. Δελφ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μυχός]], [[κατά]] το [[ἔσχατος]].
}}
{{elru
|elrutext='''μύχᾰτος:''' (ῠ) Anth. superl. к [[μύχιος]].
}}
}}

Revision as of 00:24, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μύχᾰτος Medium diacritics: μύχατος Low diacritics: μύχατος Capitals: ΜΥΧΑΤΟΣ
Transliteration A: mýchatos Transliteration B: mychatos Transliteration C: mychatos Beta Code: mu/xatos

English (LSJ)

[ῠ], η, ον, irreg. Sup. of μύχιος, A.R.1.170, Call.Dian.68, Ps.-Phoc.164, AP9.632;

   A ἔντοσθεν μυχάτοιο δόμου Klio15.48 (Delph., iii B. C.).

German (Pape)

[Seite 223] unregelmäßiger superl. zu μύχιος, von μυχός, wie μέσατος von μέσος gebildet; Ap. Rh. 1, 170; Callim. Dian. 68; Opp. Cyn. 3, 350; Ep. ad. 472 (IX, 632).

Greek (Liddell-Scott)

μύχᾰτος: -η, -ον, ἀνώμαλον ὑπερθετ. τοῦ μύχιος, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 170, Καλλίμ. εἰς Ἄρτεμ. 68, Ψευδο-Φωκυλ. 152, κτλ.· πρβλ. μέσατος.

Greek Monolingual

μύχατος, -άτη, -ον (Α)
(μτγν. ανώμ. υπερθ. του μύχιος) ο ενδότατος, ο εσώτατος, ο βαθύτατος, ο κρυμμένος πολύ βαθιά («ἔντοσθεν μυχάτοιο δόμου», Επιγρ. Δελφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυχός, κατά το ἔσχατος.

Russian (Dvoretsky)

μύχᾰτος: (ῠ) Anth. superl. к μύχιος.