πλάδη: Difference between revisions
From LSJ
(32) |
(3b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α<br />[[πλάδος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. αποτελεί πιθ. υποχωρητ. παρ. του ρ. <i>πλαδῶ</i>]. | |mltxt=ἡ, Α<br />[[πλάδος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. αποτελεί πιθ. υποχωρητ. παρ. του ρ. <i>πλαδῶ</i>]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πλάδη:''' (ᾰ) ἡ насыщенность влагой, влажность Emped. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:16, 1 January 2019
English (LSJ)
[ᾰ], ἡ,
A = πλάδος, Emp.75, Suid.s.v. πλαδαρόν (pl.).
German (Pape)
[Seite 623] ἡ, = πλάδος, Empedocl.
Greek (Liddell-Scott)
πλάδη: ἡ, = πλάδος, Ἐμπεδ. παρὰ Σιπλικ., Σουΐδ. ἐν λέξ. πλαδαρός.
Greek Monolingual
ἡ, Α
πλάδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. αποτελεί πιθ. υποχωρητ. παρ. του ρ. πλαδῶ].
Russian (Dvoretsky)
πλάδη: (ᾰ) ἡ насыщенность влагой, влажность Emped.