συγκαταιρέω: Difference between revisions
From LSJ
ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία → root of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money
(nl) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=συγκαταιρέω Ion. voor συγκαθαιρέω. | |elnltext=συγκαταιρέω Ion. voor συγκαθαιρέω. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συγκαταιρέω:''' ион. = [[συγκαθαιρέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 04:12, 1 January 2019
English (LSJ)
A v. συγκαθαιρέω.
German (Pape)
[Seite 965] ion. statt συγκαθαιρέω, Her.
Greek (Liddell-Scott)
συγκαταιρέω: Ἰωνικ. ἀντὶ συγκαθαιρέω, Ἡρόδ.
French (Bailly abrégé)
ion. c. συγκαθαιρέω.
Greek Monotonic
συγκαταιρέω: Ιων. αντί συγκαθαιρέω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συγκαταιρέω Ion. voor συγκαθαιρέω.
Russian (Dvoretsky)
συγκαταιρέω: ион. = συγκαθαιρέω.