συνεπανίστημι: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστιν ὧδε ἀλλὰ ἠγέρθη → He is not here, but is risen

Source
(6)
(nl)
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνεπανίστημι:'''<b class="num">I.</b> [[υποκινώ]] κάποιον να εξεγερθεί [[εναντίον]] κάποιου από κοινού.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., με Ενεργ. αόρ. βʹ, [[επαναστατώ]] από κοινού, σε Ηρόδ., Θουκ.· <i>τινι</i> ή [[ἅμα]] τινι, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''συνεπανίστημι:'''<b class="num">I.</b> [[υποκινώ]] κάποιον να εξεγερθεί [[εναντίον]] κάποιου από κοινού.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., με Ενεργ. αόρ. βʹ, [[επαναστατώ]] από κοινού, σε Ηρόδ., Θουκ.· <i>τινι</i> ή [[ἅμα]] τινι, σε Ηρόδ.
}}
{{elnl
|elnltext=συν-επανίστημι, med.-pass. intrans. συνεπανίσταμαι ( praes. en fut. med., stamaor.) mede of samen (met...) in opstand komen; met dat. of ἅμα + dat. met iem.
}}
}}

Revision as of 09:00, 1 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

συνεπανίστημι: συνεπεγείρω, κάμνω τινὰ νὰ ἐγερθῇ ἐναντίον ἄλλου ὁμοῦ, ἐξεγείρω, Θεοδοτ. ἐν Παλ. Διαθ. (Ναοὺμ Α΄, 11). ΙΙ. Παθ. μετ’ ἀορ. β΄ ἐνεργ., ἀπὸ κοινοῦ μετά τινος ἐπαναστατῶ, συνεπαναστάντες… ἅμα Πεισιστράτῳ ἔσχον τὴν ἀκρόπολιν Ἡρόδ. 3. 84, Θουκ. 1. 132· τινι, μετά τινος, Ἡρόδ. 3. 61· ἅμα τινὶ ὁ αὐτ. 1. 59· τινι μετά τινος, ἐναντίον τινὸς μετά τινος ἄλλου, συνεπαναστάντες τοὺς μὲν ἐξηλάσαμεν Διον. Ἁλ. 6. 74. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 30.

Greek Monolingual

Α
1. κάνω κάποιον να εξεγερθεί εναντίον άλλου
2.(συν. το παθ.) συνεπανίσταμαι- εξεγείρομαι, επαναστατώ από κοινού με άλλον («συνεπαναστάντες δὲ οὗτοι ἅμα Πεισιστράτῳ ἔσχον τὴν ἀκρόπολιν», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐπανίστημι «εξεγείρω, ξεσηκώνω»].

Greek Monolingual

Α
1. κάνω κάποιον να εξεγερθεί εναντίον άλλου
2.(συν. το παθ.) συνεπανίσταμαι- εξεγείρομαι, επαναστατώ από κοινού με άλλον («συνεπαναστάντες δὲ οὗτοι ἅμα Πεισιστράτῳ ἔσχον τὴν ἀκρόπολιν», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐπανίστημι «εξεγείρω, ξεσηκώνω»].

Greek Monotonic

συνεπανίστημι:I. υποκινώ κάποιον να εξεγερθεί εναντίον κάποιου από κοινού.
II. Παθ., με Ενεργ. αόρ. βʹ, επαναστατώ από κοινού, σε Ηρόδ., Θουκ.· τινι ή ἅμα τινι, σε Ηρόδ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-επανίστημι, med.-pass. intrans. συνεπανίσταμαι ( praes. en fut. med., stamaor.) mede of samen (met...) in opstand komen; met dat. of ἅμα + dat. met iem.