μπακ: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau

Menander, Monostichoi, 99
(26)
 
m (Text replacement - "————————" to "<br />")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />το <b>άκλ.</b> <b>ναυτ.</b> πλωτό [[μέσο]] για τη [[μεταφορά]] προσώπων ή πραγμάτων από τη μια όχθη ενός ποταμού στην [[άλλη]], [[πορθμείο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> γαλλ. <i>bac</i> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>baccus</i> «[[δοχείο]] όπου τοποθετούνται υγρά»].———————— <b>(II)</b><br />το<br /><b>άκλ.</b> <b>(αθλ.)</b> αμυντικὸς [[παίκτης]] ποδοσφαιρικής ομάδας, [[οπισθοφύλακας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αγγλ. <i>back</i> «[[πίσω]]»].
|mltxt=<b>(I)</b><br />το <b>άκλ.</b> <b>ναυτ.</b> πλωτό [[μέσο]] για τη [[μεταφορά]] προσώπων ή πραγμάτων από τη μια όχθη ενός ποταμού στην [[άλλη]], [[πορθμείο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> γαλλ. <i>bac</i> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>baccus</i> «[[δοχείο]] όπου τοποθετούνται υγρά»].<br /> <b>(II)</b><br />το<br /><b>άκλ.</b> <b>(αθλ.)</b> αμυντικὸς [[παίκτης]] ποδοσφαιρικής ομάδας, [[οπισθοφύλακας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αγγλ. <i>back</i> «[[πίσω]]»].
}}
}}

Latest revision as of 11:35, 9 January 2019

Greek Monolingual

(I)
το άκλ. ναυτ. πλωτό μέσο για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων από τη μια όχθη ενός ποταμού στην άλλη, πορθμείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. bac < λατ. baccus «δοχείο όπου τοποθετούνται υγρά»].
(II)
το
άκλ. (αθλ.) αμυντικὸς παίκτης ποδοσφαιρικής ομάδας, οπισθοφύλακας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. back «πίσω»].