μάλβαξ: Difference between revisions
From LSJ
Σοφὸς γὰρ οὐδείς, ὃς τὰ πάντα προσκοπεῖ → Omnia vel sapiens nemo est, qui prospexerit → Denn keinen Weisen gibt's, der alles sieht vorher
(3) |
(1ba) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''μάλβαξ:''' ακος ἡ и ὁ Luc. = [[μαλάχη]]. | |elrutext='''μάλβαξ:''' ακος ἡ и ὁ Luc. = [[μαλάχη]]. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=μάλβᾰξ, ακος, = [[μαλάχη]], Luc.] | |||
}} | }} |
Revision as of 15:00, 9 January 2019
English (LSJ)
ᾰκος, ὁ,
A = μαλάχη, Luc.Alex. 25.
German (Pape)
[Seite 89] ακος, ἡ, bei Luc. Alex. 25 erdichtetes Wort für μαλάχη.
Greek (Liddell-Scott)
μάλβαξ: -ακος, ὁ, = μαλάχη, Λουκ. Ἀλέξανδρ. 25.
French (Bailly abrégé)
ακος (genre inconnu);
c. μαλάχη.
Greek Monolingual
μάλβαξ, -ακος, ὁ (Α)
η μαλάχη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. σχηματίστηκε πιθ. κατ' επίδραση του λατ. malva «μαλάχη» (βλ. λ. μαλάκη)].
Greek Monotonic
μάλβᾰξ: -ακος, ὁ, = μαλάχη, σε Λουκ.
Russian (Dvoretsky)
μάλβαξ: ακος ἡ и ὁ Luc. = μαλάχη.
Middle Liddell
μάλβᾰξ, ακος, = μαλάχη, Luc.]