εἱληθερής: Difference between revisions

From LSJ

μήτε δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement until you have heard a speech on both sides

Source
(4)
(1ab)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εἱληθερής:''' -ές ([[θέρω]]), αυτός που θερμαίνεται, ζεσταίνεται από τον ήλιο.
|lsmtext='''εἱληθερής:''' -ές ([[θέρω]]), αυτός που θερμαίνεται, ζεσταίνεται από τον ήλιο.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=εἱλη-θερής, ές [[θέρω]]<br />warmed by the sun.
}}
}}

Revision as of 21:25, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἱληθερής Medium diacritics: εἱληθερής Low diacritics: ειληθερής Capitals: ΕΙΛΗΘΕΡΗΣ
Transliteration A: heilētherḗs Transliteration B: heilētherēs Transliteration C: eilitheris Beta Code: ei(lhqerh/s

English (LSJ)

ές, (εἵλη, θέρω)

   A warmed by the sun: warm, Hp.Morb.2.30, Gal.11.389; cf. ἐλαθερής.

German (Pape)

[Seite 728] ές, von der Sonne gewärmt, gesonnt, Hippocr. u. a. Medic.

Greek (Liddell-Scott)

εἱληθερής: -ές, (εἵλη, θέρω) θερμαινόμενος ὑπὸ τοῦ ἡλίου, θερμός, Ἱππ. 471. 18, Γαλην.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
chauffé au soleil.
Étymologie: εἵλη, θέρος.

Spanish (DGE)

-ές

• Alolema(s): ἐλαιθ- SHell.1019; εἰλη- Gal.11.389; ἐλαθ- Hsch.
calentado al sol ὕδωρ SHell.l.c., cf. Hp. en Gal.19.97, Gal.Consuet.123, Hdn.Philet.42, Hsch., τὸ μήτε ψυχρὸν ἐπιφανῶς μήτε θερμόν, ἀλλ' οἷον τὸ καλούμενον εἰληθερές ni manifiestamente frío ni caliente, sino, como lo llaman, templado al sol Gal.11.389; cf. εἱλοθερής, ἐλειθερής.

Greek Monolingual

εἰληθερής, -ές (Α)
ζεστός από τον ήλιο.

Greek Monotonic

εἱληθερής: -ές (θέρω), αυτός που θερμαίνεται, ζεσταίνεται από τον ήλιο.

Middle Liddell

εἱλη-θερής, ές θέρω
warmed by the sun.