καταμίσγω: Difference between revisions
From LSJ
ἐκτέμνεσθαί τινας φιλανθρωπίᾳ → disarm and deceive by kindness
(5) |
(1ab) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''καταμίσγω:''' = το προηγ.· Μέσ. με Παθ. [[σημασία]], σε Ομηρ. Ύμν. | |lsmtext='''καταμίσγω:''' = το προηγ.· Μέσ. με Παθ. [[σημασία]], σε Ομηρ. Ύμν. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt== καταμίγνῡμι, Hhymn.] [Mid. in [[pass]]. [[sense]] | |||
}} | }} |
Revision as of 00:05, 10 January 2019
English (LSJ)
A = καταμείγνυμι, Str.1.2.9:—Med., Nic.Al.353:— Pass., h.Pan.26.
German (Pape)
[Seite 1364] (s. μίσγω), = καταμίγνυμι, Strab. I p. 20; med., H. h. 18, 26; wie das act., Nic. Al. 353.
Greek (Liddell-Scott)
καταμίσγω: καταμίγνυμι, Στράβ. 20· οὕτως ἐν τῷ μέσ. τύπ., Νικ. Ἀλ. 353· καὶ κρόκος καὶ ὑάκινθος καταμίσγεται ἄκριτα ποίῃ Ὁμ. Ὕμν. 18, 26.
Greek Monolingual
καταμίσγω (Α)
καταμείγνυμι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + μίσγω, μεταπλασμένος τ. του μείγνυμι].
Greek Monotonic
καταμίσγω: = το προηγ.· Μέσ. με Παθ. σημασία, σε Ομηρ. Ύμν.