Μεθύδριον: Difference between revisions

From LSJ

Ζῆθι προσεχόντως ὡς μακρὰν ἐγγὺς βλέπων → Ne temere vivas: specta longa et proxima → Pass auf im Leben: blick auf das, was fern und nah

Menander, Monostichoi, 191
(3)
(1ba)
Line 10: Line 10:
{{elru
{{elru
|elrutext='''Μεθύδριον:''' τό Метидрий, «Междуречье» (город в центре Аркадии) Thuc.
|elrutext='''Μεθύδριον:''' τό Метидрий, «Междуречье» (город в центре Аркадии) Thuc.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Μεθ-ύδριον, ου, τό, [[ὕδωρ]]<br />[[between]]-waters, a [[place]] in [[Arcadia]], [[whence]] the waters ran [[some]] [[north]] [[some]] [[south]] (cf. Ital. Inter-amnia), Thuc.
}}
}}

Revision as of 03:45, 10 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

Μεθύδριον: τό, κυρίως ὁ μεταξὺ ὑδάτων τόπος, ὄνομα πόλεως ἢ τόπου ἐν τῷ κέντρῳ τῆς Ἀρκαδίας, ὁπόθεν τὰ ὕδατα ἔρρεον κατ’ ἐναντίας διευθύνσεις, τὰ μὲν πρὸς βορρᾶν, τὰ δὲ πρὸς νότον (πρβλ. τὸ Ἰταλ. Inter-amnia), Θουκ. 5. 58.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
Méthydrion (« Entraigues »), ville d’Arcadie.
Étymologie: μετά, ὕδωρ.

Greek Monotonic

Μεθύδριον: τό (ὕδωρ), ανάμεσα στα νερά, τοποθεσία της Αρκαδίας, όπου τα νερά των ποταμών έτρεχαν άλλα προς τα βόρεια και άλλα προς τα νότια (πρβλ. ιταλ. Inter-amnia), σε Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

Μεθύδριον: τό Метидрий, «Междуречье» (город в центре Аркадии) Thuc.

Middle Liddell

Μεθ-ύδριον, ου, τό, ὕδωρ
between-waters, a place in Arcadia, whence the waters ran some north some south (cf. Ital. Inter-amnia), Thuc.