Πιτάνη: Difference between revisions
Θεράπευε τὸν δυνάμενον, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς (αἰεί σ' ὠφελεῖν) → Si mens est tibi, coles potentes qui sient → Dem Mächtigen sei zu Willen, bist du bei Verstand (Sei immer dem zu Willen, der dir nützen kann)
(1ba) |
m (Text replacement - "*" to "*") |
||
Line 7: | Line 7: | ||
|Transliteration B=Pitanē | |Transliteration B=Pitanē | ||
|Transliteration C=Pitani | |Transliteration C=Pitani | ||
|Beta Code= | |Beta Code=*pita/nh | ||
|Definition=[ᾰ], Dor. Πιτά-να, ἡ, one of the <b class="b3">κῶμαι</b> of Sparta, <span class="bibl">Pi.<span class="title">O.</span>6.28</span>, <span class="bibl">Hdt.3.55</span>, etc.: <b class="b3">τοῦ Πιτανητέων λόχου</b>, a battalion of the Spartan army, <span class="bibl">Id.9.53</span> codd. (leg. <b class="b3">Πιτανήτεω</b>) <b class="b3">; τὸν Πιτανήτην λ</b>. ibid., <span class="bibl">Th.1.20</span>. <span class="sense"> <span class="bld">II</span> a place in Aeolis, <span class="bibl">Alc.114</span>.</span> | |Definition=[ᾰ], Dor. Πιτά-να, ἡ, one of the <b class="b3">κῶμαι</b> of Sparta, <span class="bibl">Pi.<span class="title">O.</span>6.28</span>, <span class="bibl">Hdt.3.55</span>, etc.: <b class="b3">τοῦ Πιτανητέων λόχου</b>, a battalion of the Spartan army, <span class="bibl">Id.9.53</span> codd. (leg. <b class="b3">Πιτανήτεω</b>) <b class="b3">; τὸν Πιτανήτην λ</b>. ibid., <span class="bibl">Th.1.20</span>. <span class="sense"> <span class="bld">II</span> a place in Aeolis, <span class="bibl">Alc.114</span>.</span> | ||
}} | }} |
Revision as of 10:00, 13 January 2019
English (LSJ)
[ᾰ], Dor. Πιτά-να, ἡ, one of the κῶμαι of Sparta, Pi.O.6.28, Hdt.3.55, etc.: τοῦ Πιτανητέων λόχου, a battalion of the Spartan army, Id.9.53 codd. (leg. Πιτανήτεω) ; τὸν Πιτανήτην λ. ibid., Th.1.20. II a place in Aeolis, Alc.114.
Greek (Liddell-Scott)
Πῐτάνη: [ᾰ], Δωρ. -νᾱ, ἡ, τόπος ἐν τῇ Λακωνικῇ, Ἡρόδ. 3. 55, Πινδ. Ο. 6. 46, κτλ.· ― ὁ Πιτανητέων λόχος, λόχος τις τοῦ Σπαρτιατικοῦ στρατοῦ, Ἡρόδ. 9. 53· περὶ τοῦ Πιτανάτου λ. παρὰ Θουκ. 1. 20, ἴδε τοὺς ἑρμηνευτάς. ΙΙ. ὡς προσηγορ. πιτάνη, ἡ, λόχος ἐξ ἀνδρῶν 600 περίπου ἀποτελῶν τὸ δέκατον περίπου μέρος Ρωμαϊκῆς λεγεῶνος, Ἐπιγρ. Σικελ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5501.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
Pitanè :
1 ville de Mysie;
2 bourg de Laconie.
Étymologie:.
Greek Monolingual
η, ΝΑ, Α δωρ. τ. Πιτάνα
αρχ.
1. μία από τις 12 αιολικές πόλεις της Μικράς Ασίας στα βορειοανατολικά της Φώκαιας
2. μία από τις πόλεις της Λακωνικής κοντά στον Ευρώτα
αρχ.
(ως προσηγορικό) (στη Σπάρτη) λόχος από 600 περίπου άνδρες, ο οποίος αντιστοιχούσε με το 1/10 περίπου της ρωμαϊκής λεγεώνας.
Greek Monotonic
Πῐτάνη: [ᾰ], Δωρ. -να, ἡ, μέρος στη Λακωνία, σε Ηρόδ.· ὁ Πιτανητέων λόχος, λόχος, σώμα του σπαρτιατικού στρατού, στον ίδ.
Russian (Dvoretsky)
Πῐτάνη: дор. Πῐτάνα (τᾰ) ἡ Питана
1) город в Мисии Her., Plut.;
2) один из пяти округов - κῶμαι - Спарты Her.