ελώδης: Difference between revisions
From LSJ
αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.
(11) |
m (Text replacement - "<i>η [[" to "η [[") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ες (AM [[ἑλώδης]], -ες)<br /><b>1.</b> ο [[γεμάτος]] έλη<br /><b>2.</b> αυτός που προκαλείται από το [[έλος]] («[[ελώδης]] [[πυρετός]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ελόβιος]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b | |mltxt=-ες (AM [[ἑλώδης]], -ες)<br /><b>1.</b> ο [[γεμάτος]] έλη<br /><b>2.</b> αυτός που προκαλείται από το [[έλος]] («[[ελώδης]] [[πυρετός]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ελόβιος]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> η [[ελώδης]]<br />[[γένος]] κολεόπτερων εντόμων της οικογένειας τών κυφοειδών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἑλῶδες</i><br />[[έλος]], [[βαλτότοπος]]. | ||
}} | }} |