Θυώνη: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
m (Text replacement - "*" to "*")
m (Text replacement - "<i>ἡ [[" to "ἡ [[")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[Θυώνη]] και δωρ. Θυώνα, ἡ (Α) [<i>θύω</i> (ΙΙ)]<br /><b>1.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>ἡ [[Θυώνη]]<br />επίθ. της Σεμέλης<br /><b>2.</b> [[μερίδα]] του θύματος.
|mltxt=[[Θυώνη]] και δωρ. Θυώνα, ἡ (Α) [<i>θύω</i> (ΙΙ)]<br /><b>1.</b> <b>ως κύριο όν.</b> ἡ [[Θυώνη]]<br />επίθ. της Σεμέλης<br /><b>2.</b> [[μερίδα]] του θύματος.
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Θυώνη:''' дор. [[Θυώνα]] ἡ [[θύω]] II] Тиона, «Неистовая» (имя Семелы после ее обожествления) HH, Pind.
|elrutext='''Θυώνη:''' дор. [[Θυώνα]] ἡ [[θύω]] II] Тиона, «Неистовая» (имя Семелы после ее обожествления) HH, Pind.
}}
}}

Revision as of 14:25, 14 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Θῠώνη Medium diacritics: Θυώνη Low diacritics: Θυώνη Capitals: ΘΥΩΝΗ
Transliteration A: Thyṓnē Transliteration B: Thyōnē Transliteration C: THyoni Beta Code: *quw/nh

English (LSJ)

ἡ, (θύω B) epith. of Semele, h.Hom.1.21, Sapph.Supp. 6.10, Pi.P.3.99, D.S.3.62, etc.:—Adj. Θυωναῖος

   A Διόνυσος Opp.C. 1.27.    II θῠώνη, Dor. -ᾱ, ἡ, portion of sacrifice, acc. pl. -ας Abh. Berl.Akad. 1928(6).12 (Cos); cf. Hsch. s.v. θύανον.

Greek (Liddell-Scott)

Θυώνη: ἡ, (θύω Β) ἐπίθ. τῆς Σεμέλης, Ὕμν. Ὁμ. 5. 21, Πίνδ. Π. 3. 177, Ἀπολλ. Ρόδ. κλ., ἴδε Valck. Diatr. σ. 154· ἐντεῦθεν αὐτὸς ὁ Βάκχος καλεῖται Thyoneus, Ὁρατ. - Ἐπίθ. Θυωναῖος, Διόνυσος Ὀππ. Κυν. 1. 27.

Greek Monolingual

Θυώνη και δωρ. Θυώνα, ἡ (Α) [θύω (ΙΙ)]
1. ως κύριο όν.Θυώνη
επίθ. της Σεμέλης
2. μερίδα του θύματος.

Russian (Dvoretsky)

Θυώνη: дор. Θυώναθύω II] Тиона, «Неистовая» (имя Семелы после ее обожествления) HH, Pind.