κυδωνιά: Difference between revisions

From LSJ

ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)

Source
(22)
 
m (Text replacement - ">" to ">")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[κυδωνιά]] και [[κυδωνέα]], η (AM [[κυδωνέα]] και [[κυδωνιά]])<br />επιστημονική και [[κοινή]] [[ονομασία]] του γένους cydonia και του μοναδικού είδους που ανήκει σ' αυτό, [[δηλαδή]] του οπωροφόρου θάμνου ή δένδρου Cydonia oblonga, της τάξης [[ροδώδη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κυδώνιον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>έα</i><br />ο τ. [[κυδωνιά]] <span style="color: red;"><</span> [[κυδωνέα]] με [[συνίζηση]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>απιδ</i>-<i>έα</i> &GT; [[απιδιά]])].
|mltxt=και [[κυδωνιά]] και [[κυδωνέα]], η (AM [[κυδωνέα]] και [[κυδωνιά]])<br />επιστημονική και [[κοινή]] [[ονομασία]] του γένους cydonia και του μοναδικού είδους που ανήκει σ' αυτό, [[δηλαδή]] του οπωροφόρου θάμνου ή δένδρου Cydonia oblonga, της τάξης [[ροδώδη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κυδώνιον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>έα</i><br />ο τ. [[κυδωνιά]] <span style="color: red;"><</span> [[κυδωνέα]] με [[συνίζηση]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>απιδ</i>-<i>έα</i> > [[απιδιά]])].
}}
}}

Revision as of 15:15, 15 January 2019

Greek Monolingual

και κυδωνιά και κυδωνέα, η (AM κυδωνέα και κυδωνιά)
επιστημονική και κοινή ονομασία του γένους cydonia και του μοναδικού είδους που ανήκει σ' αυτό, δηλαδή του οπωροφόρου θάμνου ή δένδρου Cydonia oblonga, της τάξης ροδώδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κυδώνιον + -έα
ο τ. κυδωνιά < κυδωνέα με συνίζηση (πρβλ. απιδ-έα > απιδιά)].