αυτού: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[ευτού]] (AM αὐτοῡ) <b>επίρρ.</b><br />ακριβώς σ' αυτό το [[μέρος]], εδώ, [[εκεί]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> τη [[στιγμή]] που, [[τότε]] που, [[καθώς]]<br /><b>2.</b> [[τότε]], στη [[στιγμή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «αὐτοῡ [[ταύτη]]» — ακριβώς εδώ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Γενική της αντωνυμίας <i>αυτός</i> (πρβλ. [[άλλος]] &GT; [[αλλού]], [[πάντα]] &GT; [[παντού]])].
|mltxt=και [[ευτού]] (AM αὐτοῦ) <b>επίρρ.</b><br />ακριβώς σ' αυτό το [[μέρος]], εδώ, [[εκεί]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> τη [[στιγμή]] που, [[τότε]] που, [[καθώς]]<br /><b>2.</b> [[τότε]], στη [[στιγμή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «αὐτοῦ [[ταύτη]]» — ακριβώς εδώ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Γενική της αντωνυμίας <i>αυτός</i> (πρβλ. [[άλλος]] > [[αλλού]], [[πάντα]] > [[παντού]])].
}}
}}

Latest revision as of 12:23, 15 February 2019

Greek Monolingual

και ευτού (AM αὐτοῦ) επίρρ.
ακριβώς σ' αυτό το μέρος, εδώ, εκεί
νεοελλ.
1. τη στιγμή που, τότε που, καθώς
2. τότε, στη στιγμή
αρχ.
φρ. «αὐτοῦ ταύτη» — ακριβώς εδώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Γενική της αντωνυμίας αυτός (πρβλ. άλλος > αλλού, πάντα > παντού)].