στύφος: Difference between revisions

From LSJ

ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it

Source
m (Text replacement - "————————" to "<br />")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=styfos
|Transliteration C=styfos
|Beta Code=stu/fos
|Beta Code=stu/fos
|Definition=<b class="b3">κέρδος</b>, Hsch.
|Definition=[[κέρδος]], Hsch.
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 19:45, 7 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στύφος Medium diacritics: στύφος Low diacritics: στύφος Capitals: ΣΤΥΦΟΣ
Transliteration A: stýphos Transliteration B: styphos Transliteration C: styfos Beta Code: stu/fos

English (LSJ)

κέρδος, Hsch.

Greek Monolingual

(I)
Α
(κατά τον Ησύχ.) «κέρδος».
(II)
-η, -ον, ΜΑ
1. στυφός
2. μτφ. σοβαρός, αυστηρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του στυφός με αλλαγή τόνου].

Greek Monolingual

(I)
Α
(κατά τον Ησύχ.) «κέρδος».
(II)
-η, -ον, ΜΑ
1. στυφός
2. μτφ. σοβαρός, αυστηρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του στυφός με αλλαγή τόνου].