νεβρούμαι: Difference between revisions

From LSJ

ὥσπερ γὰρ ζώου τῶν ὄψεων ἀφαιρεθεισῶν ἀχρειοῦται τὸ ὅλον, οὕτως ἐξ ἱστορίας ἀναιρεθείσης τῆς ἀληθείας τὸ καταλειπόμενον αὐτῆς ἀνωφελὲς γίνεται διήγημα → for just as a living creature which has lost its eyesight is wholly incapacitated, so if history is stripped of her truth all that is left is but an idle tale | for, just as closed eyes make the rest of an animal useless, what is left from a history blind to the truth is just a pointless tale

Source
m (Text replacement - "ροῡμαι" to "οῦμαι")
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=νεβοῦμαι, -όομαι (Α) [[νεβρός]]<br />μεταβάλλομαι σε νεβρό («κεφαλήν φάσματι νεβρωθεῑσαν», <b>Νόνν.</b>).
|mltxt=νεβροῦμαι, -όομαι (Α) [[νεβρός]]<br />μεταβάλλομαι σε νεβρό («κεφαλήν φάσματι νεβρωθεῑσαν», <b>Νόνν.</b>).
}}
}}

Revision as of 18:31, 24 October 2020

Greek Monolingual

νεβροῦμαι, -όομαι (Α) νεβρός
μεταβάλλομαι σε νεβρό («κεφαλήν φάσματι νεβρωθεῑσαν», Νόνν.).