Ωρίων: Difference between revisions
From LSJ
ἀσκεῖν περὶ τὰ νοσήματα δύο, ὠφελεῖν ἢ μὴ βλάπτειν → strive, with regard to diseases, for two things — to do good, or to do no harm | as to diseases, make a habit of two things — to help, or at least, to do no harm
(47c) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο / [[Ὠρίων]], -ωνος, ΝΜΑ, και Ωρίωνας Ν, και [[Ὠαρίων]] Α<br /><b>1.</b> <b>μυθ.</b> [[ένας]] από τους Γίγαντες, [[γιος]] του Υριέως ή του Ποσειδώνος και της Ευρυάλης, [[περίφημος]] [[κυνηγός]], ο [[οποίος]] συνόδευε την Αρτέμιδα<br /><b>2.</b> <b>αστρον.</b> [[ονομασία]] ενός από τους λαμπρότερους αστερισμούς, που βρίσκεται στον [[ουράνιο]] ισημερινό και του οποίου η [[επιτολή]] αρχίζει [[αμέσως]] [[μετά]] το θερινό [[ηλιοστάσιο]] και η [[δύση]] συνοδεύεται, [[συνήθως]], από θύελλες<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως προσηγ.</b> [[είδος]] ινδικού πτηνού.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=ο / [[Ὠρίων]], -ωνος, ΝΜΑ, και Ωρίωνας Ν, και [[Ὠαρίων]] Α<br /><b>1.</b> <b>μυθ.</b> [[ένας]] από τους Γίγαντες, [[γιος]] του Υριέως ή του Ποσειδώνος και της Ευρυάλης, [[περίφημος]] [[κυνηγός]], ο [[οποίος]] συνόδευε την Αρτέμιδα<br /><b>2.</b> <b>αστρον.</b> [[ονομασία]] ενός από τους λαμπρότερους αστερισμούς, που βρίσκεται στον [[ουράνιο]] ισημερινό και του οποίου η [[επιτολή]] αρχίζει [[αμέσως]] [[μετά]] το θερινό [[ηλιοστάσιο]] και η [[δύση]] συνοδεύεται, [[συνήθως]], από θύελλες<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως προσηγ.</b> [[είδος]] ινδικού πτηνού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Κατά μια [[άποψη]], μη επιβεβαιωμένη, <span style="color: red;"><</span> <i>ὤρα</i> «[[φροντίδα]], [[μέριμνα]]»]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 21:50, 29 December 2020
Greek Monolingual
ο / Ὠρίων, -ωνος, ΝΜΑ, και Ωρίωνας Ν, και Ὠαρίων Α
1. μυθ. ένας από τους Γίγαντες, γιος του Υριέως ή του Ποσειδώνος και της Ευρυάλης, περίφημος κυνηγός, ο οποίος συνόδευε την Αρτέμιδα
2. αστρον. ονομασία ενός από τους λαμπρότερους αστερισμούς, που βρίσκεται στον ουράνιο ισημερινό και του οποίου η επιτολή αρχίζει αμέσως μετά το θερινό ηλιοστάσιο και η δύση συνοδεύεται, συνήθως, από θύελλες
αρχ.
ως προσηγ. είδος ινδικού πτηνού.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Κατά μια άποψη, μη επιβεβαιωμένη, < ὤρα «φροντίδα, μέριμνα»].