αμφιβληστροειδής: Difference between revisions
From LSJ
ἀναπηδῆσαι πρὸς τὸν πάππον → jumped up on his grandfather's knees, sprang up into his grandfather's lap
(3) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές (Α ἀμφι βληστροειδής)<br /><b>1.</b> <b>αρχ.</b> ο όμοιος με αμφίβληστρο, με [[δίχτυ]]<br /><b>2.</b> <b>(Ανατ.)</b> ο [[χιτώνας]] του βολβού του ματιού, στον οποίο λαμβάνει [[χώρα]] η νευρική [[διέγερση]] από το [[φυσικό]] φως και αρχίζει η [[αίσθηση]] της όρασης. Ο [[υπόλοιπος]] [[βολβός]] [[είναι]] ένα ερειστικό [[περίβλημα]] που ρυθμίζει τη [[θρέψη]] του ματιού και συλλαμβάνει και εστιάζει εικόνες, προσαρμόζοντας τον φακό.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=-ές (Α ἀμφι βληστροειδής)<br /><b>1.</b> <b>αρχ.</b> ο όμοιος με αμφίβληστρο, με [[δίχτυ]]<br /><b>2.</b> <b>(Ανατ.)</b> ο [[χιτώνας]] του βολβού του ματιού, στον οποίο λαμβάνει [[χώρα]] η νευρική [[διέγερση]] από το [[φυσικό]] φως και αρχίζει η [[αίσθηση]] της όρασης. Ο [[υπόλοιπος]] [[βολβός]] [[είναι]] ένα ερειστικό [[περίβλημα]] που ρυθμίζει τη [[θρέψη]] του ματιού και συλλαμβάνει και εστιάζει εικόνες, προσαρμόζοντας τον φακό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀμφίβληστρον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> <span style="color: red;"><</span> [[εἶδος]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 23:30, 29 December 2020
Greek Monolingual
-ές (Α ἀμφι βληστροειδής)
1. αρχ. ο όμοιος με αμφίβληστρο, με δίχτυ
2. (Ανατ.) ο χιτώνας του βολβού του ματιού, στον οποίο λαμβάνει χώρα η νευρική διέγερση από το φυσικό φως και αρχίζει η αίσθηση της όρασης. Ο υπόλοιπος βολβός είναι ένα ερειστικό περίβλημα που ρυθμίζει τη θρέψη του ματιού και συλλαμβάνει και εστιάζει εικόνες, προσαρμόζοντας τον φακό.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμφίβληστρον + -ειδής < εἶδος.