πολυμιξία: Difference between revisions

From LSJ

Ἔνιοι κακῶς φρονοῦσι πράττοντες καλῶς → Multi bonis in rebus haud sapiunt beneTrotz ihres Wohlergehens denken manche schlecht

Menander, Monostichoi, 163
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=polymiksia
|Transliteration C=polymiksia
|Beta Code=polumici/a
|Beta Code=polumici/a
|Definition=ἡ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[πολυμιγία]], αἱ π. τῶν σπερμάτων <span class="bibl">Epicur.<span class="title">Fr.</span>250</span> (= Metrod.<span class="title">Fr.</span>1).</span>
|Definition=ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> = [[πολυμιγία]], αἱ π. τῶν σπερμάτων <span class="bibl">Epicur.<span class="title">Fr.</span>250</span> (= Metrod.<span class="title">Fr.</span>1).</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 21:00, 30 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολυμιξία Medium diacritics: πολυμιξία Low diacritics: πολυμιξία Capitals: ΠΟΛΥΜΙΞΙΑ
Transliteration A: polymixía Transliteration B: polymixia Transliteration C: polymiksia Beta Code: polumici/a

English (LSJ)

ἡ, A = πολυμιγία, αἱ π. τῶν σπερμάτων Epicur.Fr.250 (= Metrod.Fr.1).

German (Pape)

[Seite 666] ἡ, = πολυμιγία, Plut. adv. Colot. 5.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
c. πολυμιγία.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ πολύμικτος
νεοελλ.
γένος ακανθοπτερύγιων βερυκόμορφων ιχθύων που απαντά στις τροπικές και εύκρατες περιοχές του Ατλαντικού και του Ειρηνικού Ωκεανού
μσν.
1. πολυγαμία
2. κακοφωνία από πολλές φωνές
μσν.-αρχ.
1. πολυμιγία, ανάμιξη διαφορετικών συστατικών
2. μίξη, συνεύρεση με πολλά θηλυκά άτομα.

Russian (Dvoretsky)

πολυμιξία: ἡ Plut. = πολυμιγία.