ἄνηστις: Difference between revisions

From LSJ

φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας → our love of what is beautiful does not lead to extravagance; our love of the things of the mind does not makes us soft

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[\[(\w+)\]\]\]" to "($1)")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄνηστις''': ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], «ὅτι τὸ [[ἄνηστις]] ὁ [[νῆστις]] πλεονασμῷ τοῦ α, ὡς [[στάχυς]] ἄσταχυς παρὰ Κρατίνῳ κεῖται, ‘οὐ γάρ τοι [[σύγε]] πρῶτος [[[ἄκλητος]]] φοιτᾷς ἐπὶ [[δεῖπνον]] [[ἄνηστις]]’» Ἀθήν. 2. 47Α (Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ»): πρβλ. [[νώνυμος]] [[ἀνώνυμος]], [[νήνεμος]] [[ἀνήνεμος]], [[νήριθμος]] [[ἀνήριθμος]]· ἴδε Α. Β. 402. 32 καὶ Σουΐδ. [[ὅστις]] ἀναφέρει καὶ τὴν ἀντίθετον σημασίαν: «ὁ μὴ γεγευμένος», ἀλλ’ ἀμάρτυρον.
|lstext='''ἄνηστις''': ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], «ὅτι τὸ [[ἄνηστις]] ὁ [[νῆστις]] πλεονασμῷ τοῦ α, ὡς [[στάχυς]] ἄσταχυς παρὰ Κρατίνῳ κεῖται, ‘οὐ γάρ τοι [[σύγε]] πρῶτος ([[ἄκλητος]]) φοιτᾷς ἐπὶ [[δεῖπνον]] [[ἄνηστις]]’» Ἀθήν. 2. 47Α (Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ»): πρβλ. [[νώνυμος]] [[ἀνώνυμος]], [[νήνεμος]] [[ἀνήνεμος]], [[νήριθμος]] [[ἀνήριθμος]]· ἴδε Α. Β. 402. 32 καὶ Σουΐδ. [[ὅστις]] ἀναφέρει καὶ τὴν ἀντίθετον σημασίαν: «ὁ μὴ γεγευμένος», ἀλλ’ ἀμάρτυρον.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-εως<br />[[que está en ayunas]] Cratin.45 (cj.)<br /><b class="num">•</b>fig. [[ἄνηστις]] δ' οὐκ ἀποστατεῖ [[γόος]] un hambriento lamento no le deja</i> A.<i>Fr</i>.433.
|dgtxt=-εως<br />[[que está en ayunas]] Cratin.45 (cj.)<br /><b class="num">•</b>fig. [[ἄνηστις]] δ' οὐκ ἀποστατεῖ [[γόος]] un hambriento lamento no le deja</i> A.<i>Fr</i>.433.
}}
}}

Revision as of 10:44, 10 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄνηστις Medium diacritics: ἄνηστις Low diacritics: άνηστις Capitals: ΑΝΗΣΤΙΣ
Transliteration A: ánēstis Transliteration B: anēstis Transliteration C: anistis Beta Code: a)/nhstis

English (LSJ)

ὁ, ἡ, A = νῆστις, A.Fr.258A, Cratin.45.

German (Pape)

[Seite 230] εως, = νῆστις, nüchtern, Cratin. in B. A. 402.

Greek (Liddell-Scott)

ἄνηστις: ὁ, ἡ, = νῆστις, «ὅτι τὸ ἄνηστιςνῆστις πλεονασμῷ τοῦ α, ὡς στάχυς ἄσταχυς παρὰ Κρατίνῳ κεῖται, ‘οὐ γάρ τοι σύγε πρῶτος (ἄκλητος) φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις’» Ἀθήν. 2. 47Α (Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ»): πρβλ. νώνυμος ἀνώνυμος, νήνεμος ἀνήνεμος, νήριθμος ἀνήριθμος· ἴδε Α. Β. 402. 32 καὶ Σουΐδ. ὅστις ἀναφέρει καὶ τὴν ἀντίθετον σημασίαν: «ὁ μὴ γεγευμένος», ἀλλ’ ἀμάρτυρον.

Spanish (DGE)

-εως
que está en ayunas Cratin.45 (cj.)
fig. ἄνηστις δ' οὐκ ἀποστατεῖ γόος un hambriento lamento no le deja A.Fr.433.