λαθροδήκτης: Difference between revisions

From LSJ

διὰ χαρίτων γίγνεσθαί τινι → be pleasing to one

Source
m (Text replacement - "————————" to "<br />")
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=λαθροδήκτης
|Medium diacritics=λαθροδήκτης
|Low diacritics=λαθροδήκτης
|Capitals=ΛΑΘΡΟΔΗΚΤΗΣ
|Transliteration A=lathrodḗktēs
|Transliteration B=lathrodēktēs
|Transliteration C=lathrodiktis
|Beta Code=laqrodh/kths
|Definition=v. [[λαθροδάκνης]].
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0006.png Seite 6]] ὁ, dasselbe, vom Hunde, B. A. 50, Erkl. von [[λάθαργος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0006.png Seite 6]] ὁ, dasselbe, vom Hunde, B. A. 50, Erkl. von [[λάθαργος]].

Revision as of 10:50, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λαθροδήκτης Medium diacritics: λαθροδήκτης Low diacritics: λαθροδήκτης Capitals: ΛΑΘΡΟΔΗΚΤΗΣ
Transliteration A: lathrodḗktēs Transliteration B: lathrodēktēs Transliteration C: lathrodiktis Beta Code: laqrodh/kths

English (LSJ)

v. λαθροδάκνης.

German (Pape)

[Seite 6] ὁ, dasselbe, vom Hunde, B. A. 50, Erkl. von λάθαργος.

Greek Monolingual

(I)
λαθροδήκτης και λαθροδάκτης, ὁ (Α)
αυτός που δαγκώνει ύπουλα, κρυφοδαγκανιάρης («κύνες λυσσῶντες, λαθροδῆκται», Ιγνάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαθρ(ο)- + δήκτης < δάκνω), πρβλ. θηριο-δήκτης. Ο τ. λαθροδάκτης < λάθρα + -δάκτης (< δάκνω)].
(II)
ο
ζωολ. γένος δηλητηριωδών αραχνιδίων της οικογένειας theridiidae.