ταφεών: Difference between revisions
From LSJ
δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
mNo edit summary |
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[ταφαιών]] και [[ταφών]], -ῶνος, ὁ, Α<br />[[τόπος]] ταφής, [[νεκροταφείο]] («τὸ μνημεῑον | |mltxt=και [[ταφαιών]] και [[ταφών]], -ῶνος, ὁ, Α<br />[[τόπος]] ταφής, [[νεκροταφείο]] («τὸ μνημεῑον τοῦ ταφεῶνος ἔκτισεν ἐξ ἰδίων Σεπτίμιος», <b>επιγρ.</b> Παλμύρας).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τάφος]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -(<i>ε</i>)<i>ών</i> (<b>πρβλ.</b> [[ἀνδρεών]], [[ἀνδρών]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 18:55, 25 March 2021
English (LSJ)
ῶνος, ὁ, A burial ground, Supp. Epigr.7.161, 167 (Palmyra, ii A.D.), OGI642 (ibid., iii A.D.); written ταφαιών, Supp.Epigr.7.166 (ibid., ii A.D.):—also ταφών, IG 12(1).656 (Rhodes).
German (Pape)
[Seite 1075] ῶνος, ὁ, Ort, wo Gräber sind, Euseb.
Greek (Liddell-Scott)
τᾰφεών: -ῶνος, ὁ, (τάφος) τόπος ταφῆς, κοιμητήριον, Εὐσ. ἐν βίῳ Κωνστ. 3. 1, Συλλ. Ἐπιγρ. 4507.
Greek Monolingual
και ταφαιών και ταφών, -ῶνος, ὁ, Α
τόπος ταφής, νεκροταφείο («τὸ μνημεῑον τοῦ ταφεῶνος ἔκτισεν ἐξ ἰδίων Σεπτίμιος», επιγρ. Παλμύρας).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τάφος + επίθημα -(ε)ών (πρβλ. ἀνδρεών, ἀνδρών)].