ενδιάκειμαι: Difference between revisions

From LSJ

τίς ἥδε κραυγὴ καὶ δόμων περίστασις; → what means this uproar and thronging about the house, what means the crowd standing round the house?

Source
(11)
 
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐνδιάκειμαι]] (Α)<br />[[είμαι]] τοποθετημένος σε [[κάτι]] («ἐνδιέκειντο δὲ ταῑς σχοινίσι... λίθοι πολυτελεῑς»).
|mltxt=[[ἐνδιάκειμαι]] (Α)<br />[[είμαι]] τοποθετημένος σε [[κάτι]] («ἐνδιέκειντο δὲ ταῖς σχοινίσι... λίθοι πολυτελεῑς»).
}}
}}

Revision as of 08:50, 27 March 2021

Greek Monolingual

ἐνδιάκειμαι (Α)
είμαι τοποθετημένος σε κάτι («ἐνδιέκειντο δὲ ταῖς σχοινίσι... λίθοι πολυτελεῑς»).