κοινοταφής: Difference between revisions

From LSJ

ἀσμένῳ δέ σοι ἡ ποικιλείμων νὺξ ἀποκρύψει φάοςglad wilt thou be when night, arrayed in spangled garb, shuts out the light

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κοινοταφής]], -ές (Α)<br /><b>επιγρ.</b> (για θάλαμο) αυτός που χρησιμεύει ως [[κοινός]] [[τάφος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ταφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τάφος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>νεο</i>-<i>ταφής</i>].
|mltxt=[[κοινοταφής]], -ές (Α)<br /><b>επιγρ.</b> (για θάλαμο) αυτός που χρησιμεύει ως [[κοινός]] [[τάφος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ταφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τάφος]]), [[πρβλ]]. <i>νεο</i>-<i>ταφής</i>].
}}
}}

Revision as of 13:37, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοινοτᾰφής Medium diacritics: κοινοταφής Low diacritics: κοινοταφής Capitals: ΚΟΙΝΟΤΑΦΗΣ
Transliteration A: koinotaphḗs Transliteration B: koinotaphēs Transliteration C: koinotafis Beta Code: koinotafh/s

English (LSJ)

ές, A in which all must be buried, Λύσιλλαν κατέχει κ. θάλαμος Ath.Mitt.10.405 (iv B.C.).

Greek Monolingual

κοινοταφής, -ές (Α)
επιγρ. (για θάλαμο) αυτός που χρησιμεύει ως κοινός τάφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοινός + -ταφής (< τάφος), πρβλ. νεο-ταφής].