κοινοταφής

From LSJ

ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν μοι οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς → I am the light of the world; he that followeth me shall not walk in darkness but shall have the light of life (John 8:12)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοινοτᾰφής Medium diacritics: κοινοταφής Low diacritics: κοινοταφής Capitals: ΚΟΙΝΟΤΑΦΗΣ
Transliteration A: koinotaphḗs Transliteration B: koinotaphēs Transliteration C: koinotafis Beta Code: koinotafh/s

English (LSJ)

κοινοταφές, in which all must be buried, Λύσιλλαν κατέχει κ. θάλαμος Ath.Mitt.10.405 (iv B.C.).

Greek Monolingual

κοινοταφής, -ές (Α)
επιγρ. (για θάλαμο) αυτός που χρησιμεύει ως κοινός τάφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοινός + -ταφής (< τάφος), πρβλ. νεοταφής].