λιπίδιο: Difference between revisions

From LSJ

πολιτεύω πόλεμον ἐκ πολέμου → make perpetual war the principle of government

Source
(23)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br /><b>συν. στον πληθ.</b> <i>τα λιπίδια</i><br /><b>(βιοχ.)</b> [[ετερογενής]] [[ομάδα]] άχρωμων οργανικών ενώσεων τών ζωικών και φυτικών ιστών που [[είναι]] αδιάλυτες στο [[νερό]], [[αλλά]] διαλύονται σε οργανικούς διαλύτες, όπως [[είναι]] ο [[αιθέρας]], η [[νάφθα]] κ.ά., και που με την ευρεία αυτή [[έννοια]] ταυτίζονται με τα λιποειδή, ενώ, σύμφωνα με άλλον ορισμό, τα λιπίδια περιλαμβάνουν μόνον τα λίπη και τα έλαια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>lipid</i> <span style="color: red;"><</span> [[λίπος]].
|mltxt=το<br /><b>συν. στον πληθ.</b> <i>τα λιπίδια</i><br /><b>(βιοχ.)</b> [[ετερογενής]] [[ομάδα]] άχρωμων οργανικών ενώσεων τών ζωικών και φυτικών ιστών που [[είναι]] αδιάλυτες στο [[νερό]], [[αλλά]] διαλύονται σε οργανικούς διαλύτες, όπως [[είναι]] ο [[αιθέρας]], η [[νάφθα]] κ.ά., και που με την ευρεία αυτή [[έννοια]] ταυτίζονται με τα λιποειδή, ενώ, σύμφωνα με άλλον ορισμό, τα λιπίδια περιλαμβάνουν μόνον τα λίπη και τα έλαια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>lipid</i> <span style="color: red;"><</span> [[λίπος]].
}}
}}

Latest revision as of 14:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

το
συν. στον πληθ. τα λιπίδια
(βιοχ.) ετερογενής ομάδα άχρωμων οργανικών ενώσεων τών ζωικών και φυτικών ιστών που είναι αδιάλυτες στο νερό, αλλά διαλύονται σε οργανικούς διαλύτες, όπως είναι ο αιθέρας, η νάφθα κ.ά., και που με την ευρεία αυτή έννοια ταυτίζονται με τα λιποειδή, ενώ, σύμφωνα με άλλον ορισμό, τα λιπίδια περιλαμβάνουν μόνον τα λίπη και τα έλαια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. lipid < λίπος.