μονοφυσιτισμός: Difference between revisions

From LSJ

θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)

Source
(25)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br /><b>θεολ.</b> αιρετική [[διδασκαλία]], σύμφωνα με την οποία στο [[πρόσωπο]] του Χριστού, [[κατά]] την [[ενανθρώπηση]], η [[θεία]] και η ανθρώπινη [[φύση]] ενώθηκαν σε μία, η οποία προέκυψε από τη [[σύγκραση]] της πεπερασμένης ανθρώπινης φύσης με την άπειρη [[θεία]] [[φύση]] του Υιού και Λόγου του Θεού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια [[λέξη]], <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>monophysitisme</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μονοφυσίτης]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ισμός</i>). Η λ. μαρτυρείται από το 1844 στον Κ. Κοντογόνη].
|mltxt=ο<br /><b>θεολ.</b> αιρετική [[διδασκαλία]], σύμφωνα με την οποία στο [[πρόσωπο]] του Χριστού, [[κατά]] την [[ενανθρώπηση]], η [[θεία]] και η ανθρώπινη [[φύση]] ενώθηκαν σε μία, η οποία προέκυψε από τη [[σύγκραση]] της πεπερασμένης ανθρώπινης φύσης με την άπειρη [[θεία]] [[φύση]] του Υιού και Λόγου του Θεού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια [[λέξη]], [[πρβλ]]. γαλλ. <i>monophysitisme</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μονοφυσίτης]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ισμός</i>). Η λ. μαρτυρείται από το 1844 στον Κ. Κοντογόνη].
}}
}}

Latest revision as of 15:20, 23 August 2021

Greek Monolingual

ο
θεολ. αιρετική διδασκαλία, σύμφωνα με την οποία στο πρόσωπο του Χριστού, κατά την ενανθρώπηση, η θεία και η ανθρώπινη φύση ενώθηκαν σε μία, η οποία προέκυψε από τη σύγκραση της πεπερασμένης ανθρώπινης φύσης με την άπειρη θεία φύση του Υιού και Λόγου του Θεού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λέξη, πρβλ. γαλλ. monophysitisme (< μονοφυσίτης + -ισμός). Η λ. μαρτυρείται από το 1844 στον Κ. Κοντογόνη].